Ποιες μορφές πήρε το φαινόμενο της φτώχειας στην πρώιμη νεότερη Ευρώπη. Οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις, κύριες αιτίες του φαινομένου, οι επιπτώσεις και οι αντιλήψεις που υιοθετήθηκαν και προωθήθηκαν από τις αρχές.

2017-01-24 16:01

                                 Εισαγωγή                                                                                

1.    Τα αίτια και οι μορφές που έλαβε το φαινόμενο.­­­­­­­­­­                            

2.    Οικονομικές και κοινωνικές και εξελίξεις.                                                   

3.    Οι επιπτώσεις στη συγκρότηση των αστικών και αγροτικών  κοινοτήτων.                                       4.    Στιγματισμός και μέτρα αντιμετώπισης της φτώχειας  

                                 Επίλογος                                                                                                            

                               Βιβλιογραφία   

                                                                                                          

Εισαγωγή

      Την εγκαθίδρυση του φαινομένου της φτώχειας στην Πρώιμη Νεότερη Ευρώπη υπαγόρευσαν αλλαγές τόσο στην  οικονομική όσο και στην κοινωνική δομή εκείνης της μακράς ιστορικής περιόδου. Αλλαγές στη συγκρότηση των κοινωνικών τάξεων όπως η υποταγή της αριστοκρατίας στους νέους ισχυρούς κατόχους του κεφαλαίου, η εδραίωση της καπιταλιστικής δραστηριότητας, η εμπορευματοποίηση της εργασίας, η επανεμφάνιση του φεουδαλισμού και η επαναφορά της δουλείας στην ανατολική και κεντρική Ευρώπη. Η εξέλιξη της γεωργίας με το επενδεδυμένο κεφάλαιο στη γη, εκτός του ότι επέφερε την παρακμή του φεουδαλισμού στη Δύση πυροδότησε μια σειρά από κοινωνικές και οικονομικές εξελίξεις ανάμεσα στα κράτη της Δύσης, τις οποίες θα δούμε στη συνέχεια. Στην παρούσα εργασία θα γίνει μια προσπάθεια, μέσα από μία πιο επισταμένη προσέγγιση ανάλυσης των κύριων αιτίων της φτωχοποίησης  και των ιστορικών συγκυριών οι οποίες τη συνόδευαν, να δούμε τις επιπτώσεις του φαινομένου αυτού στην κοινωνική διαστρωμάτωση της Πρώιμης Νεότερης Ευρώπης καθώς επίσης και τις αντιλήψεις οι οποίες προωθήθηκαν από τις κρατικές αρχές για τη αντιμετώπισή του.

1.    Αίτια και μορφές που έλαβε το φαινόμενο.

      Στην Πρώιμη Νεότερη Ευρώπη ο πληθυσμός παρέμενε κατά κύριο λόγο αγροτικός με τη γεωργία να αποτελεί τον ρυθμιστή ανάμεσα στην κοινωνία, την οικονομία και την κρατική εξουσία.[1] Τα δύο κύρια χαρακτηριστικά της Ευρωπαϊκής γεωργίας ήταν οι εκχερσώσεις των δασών με την επέκταση της καλλιεργήσιμης γης χωρίς όμως ιδιαίτερη τεχνολογική πρόοδο και ένα νέο φαινόμενο εκείνο της επένδυσης του κεφαλαίου στη γη.[2] Στο έως τότε επικρατούν κοινωνικο-οικονομικό και πολιτικό σύστημα του φεουδαλισμού η γη και η εργασία αποτελούσε τη βάση της κοινωνικής οργάνωσης.[3] Οι αλλαγές οι οποίες επήλθαν στις κοινωνικές σχέσεις είχαν αντίκτυπο στην οικονομία με περισσότερο πληττόμενη την τάξη των πληβείων χωρικών εξαιτίας της διαρκούς αυξανόμενης φορολογίας και του εντεινόμενου δανεισμού οι οποίοι υφίσταντο έτσι μία συνεχή συρρίκνωση του εισοδήματός τους καθώς και του βιοτικού τους επιπέδου.[4] Η συσσώρευση μεγάλης κτηματικής περιουσίας από την αγροτική αριστοκρατία και η απαλλαγή τους από τη φορολογία δημιούργησε πόλωση ανάμεσα στους εύπορους και στους φτωχότερους αγρότες με εσωτερικές αναμετρήσεις προκαλώντας ανακατατάξεις στο εσωτερικό της αγροτικής κοινωνίας και  έντονες κρίσεις με αποτέλεσμα τον τραυματισμό της συνοχής της αγροτικής τάξης σε Δύση και Ανατολή.[5]

      Στη Δύση οι αγρότες που καλλιεργούσαν τη γη, από τα μέσα του 15ου αιώνα, κατέβαλλαν στους γαιοκτήμονες, υπό μορφή χρήματος, φόρους και τέλη ως ενοικιαστές της γης. Με αυτή τη μετάβαση της εγχρήματης καταβολής η οποία αντικατέστησε την πληρωμή υπό τη μορφή εργασίας παρήκμασε σταδιακά ο θεσμός της δουλοπαροικίας.[6] Αντίθετα στην Ανατολική Ευρώπη η ραγδαία επιδείνωση  των οικονομικών των ανθρώπων της υπαίθρου δεν οδήγησε μόνο στη φτωχοποίησή τους αλλά και στην υποδούλωσή τους από τη φεουδαλική αριστοκρατία επαναφέροντας το θεσμό της δουλοπαροικίας.[7]

      Η επανάκαμψη του πληθυσμού από την πολύπλευρη κρίση του Ύστερου Μεσαίωνα που έπληξε την Ευρώπη τον 14ο αιώνα (σιτοδεία, μεγάλος λιμός 1315-1330, βουβωνική πανώλη 1347, εκατονταετής πόλεμος 1337-1453),εκτός από τις νέες ευκαιρίες, την οικονομική και στρατιωτική ισχύ που υποσχόταν, έφερε και προβλήματα στον τομέα της επάρκειας και κατανάλωσης των αγαθών.[8] Καθώς η ζήτηση των τροφίμων αυξήθηκε, παρατηρήθηκε δραματική εκτίναξη των τιμών των τροφίμων και των άλλων αγαθών, ιδιαίτερα των σιτηρών, έχοντας ως αποτέλεσμα την δημιουργία ταραχών και λαϊκής βίας εξαιτίας της επισιτιστικής κρίσης η οποία ξέσπασε πλήττοντας ιδιαίτερα τα φτωχά λαϊκά στρώματα.[9] Η καταναλωτική ζήτηση εξαιτίας της δημογραφικής επέκτασης και οι κοινωνικές ταραχές δημιούργησαν οικονομική αστάθεια και νομισματικές υποτιμήσεις στις κρατικές οικονομίες που οδήγησαν τους άπορους στην πείνα καθώς οι ίδιοι είχαν πάντοτε στην κατοχή τους νομίσματα μικρής αξίας. Η κερδοσκοπική διάθεση και τα μονοπωλιακά συμφέροντα αναπτύχθηκαν αρκετά ενώ σημειώθηκε πληθωριστική έκρηξη των τιμών περισσότερο από 700% στον  Μακρύ 16ο αιώνα.[10]

2.    Οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις.

      Ο νέος ρόλος της οικοτεχνίας ως παραγωγικό σύστημα εμπορευματοποίησε την εργασία εδραιώνοντας μία νέα προβιομηχανική εποχή. Με τη νέα αυτή μορφή οργάνωσης ο επενδυτής-έμπορος προμήθευε με δικό του κόστος τον κατάλληλο εξοπλισμό, πρώτες ύλες και εργαλεία σε οικογένειες εργατών αναθέτοντάς τους την παραγωγική διαδικασία.[11] Ο μειωμένος ρυθμός της αύξησης των μισθών εν αντιθέσει με τις αυξημένες τιμές των προϊόντων στον τομέα της οικοτεχνίας έθεσε τις βάσεις για αυτή τη νέα μορφή καπιταλιστικής οργάνωσης εκ μέρους κάποιων δραστήριων επενδυτών-εμπόρων.[12] Η μακροχρόνια αύξηση των τιμών ευνόησε των πλουτισμό της ελίτ της Ευρώπης ενώ παράλληλα με τις υπερπόντιες κτήσεις, όπου σύμφωνα με τον Jean Bodin[13] η ανακάλυψη του Νέου Κόσμου ήταν η αιτία της επανάστασης των τιμών,[14] κάποιοι μπόρεσαν και εκμεταλλεύτηκαν την εισροή πολύτιμων μετάλλων, η οποία μείωσε την αξία των χρυσών και αργυρών νομισμάτων και δημιούργησε νομισματικά προβλήματα.[15] Στη συνέχεια οι κερδοσκοπικές πρακτικές απορρόφησαν τις υπάρχουσες ποσότητες νομισμάτων προκαλώντας έλλειψη σε ασήμι και χρυσό, μείωση των Αμερικανικών εισαγωγών, οικονομική καθίζηση και δυσχέρεια των εξαγωγών.[16]

      Στη γενικευμένη κρίση του 16ου και 17ου αιώνα πρέπει να σημειώσουμε ότι η χρεωκοπία της Ισπανίας το 1557 που ήταν ο μεγαλύτερος εξαγωγέας ασημιού, συμπαρέσυρε τις οικονομίες της Γαλλίας, των Κάτω Χωρών, της Νάπολης και του Μιλάνου, καθώς αυτές είχαν δεχθεί τις περισσότερες ποσότητες Ισπανικού ασημιού.[17] Επίσης, η δημογραφική ανακοπή εξαιτίας μιας σειράς επιδημιών, η μείωση της γεωργικής παραγωγής είτε λόγω των πολεμικών αναμετρήσεων είτε από μία maximum απόδοση της γεωργίας κατά το πρόσφατο παρελθόν καθώς και η κρίση του πολιτικού συστήματος και η αναγκαιότητα της Απόλυτης Μοναρχίας κατά την οποία υπερτονίστηκε η σπουδαιότητα και ο ρόλος του κράτους ήταν βασικές παράμετροι οι οποίες δοκίμασαν την Ευρώπη και έπληξαν τα ασθενέστερα οικονομικά στρώματα.[18]

3.    Οι επιπτώσεις στη συγκρότηση των αστικών και αγροτικών κοινοτήτων.

      Οι εξεγέρσεις των πληβείων στον μακρύ 16ο αιώνα σηματοδότησαν την αφετηρία αιματηρών συγκρούσεων και εξεγέρσεων οι οποίες συγκλόνισαν την Ευρώπη.[19] Το επισιτιστικό πρόβλημα παράλληλα με το μήνυμα της θρησκευτικής Μεταρρύθμισης για ελευθερία στους καταπιεσμένους και η διακοπή της καταβολής φόρων στην παπική εκκλησία στάθηκε το έναυσμα αυτών των εξεγέρσεων σε Δύση και Ανατολή.[20] Την ίδια περίοδο η στροφή των εμπόρων στις κατασκευαστικές και χρηματοπιστωτικές δραστηριότητες στόχευσε στην αύξηση των εισοδημάτων και στην ισχυροποίησή τους μέσα στην αστική διαστρωμάτωση προκαλώντας ανακατατάξεις στο εμπόριο.[21] Οι νέοι αυτοί κεφαλαιούχοι επέκτειναν τις πιστωτικές τους δραστηριότητες με τον δανεισμό. Θύματά τους εκτός από τους ευγενείς των οποίων ο πλούσιος τρόπος ζωής απαιτούσε χρηματοδότηση έπεσαν και οι χωρικοί με τους αγρότες, οι οποίοι εξαρτώμενοι από τους πιστωτές τους αναγκάζονταν σε μαζικές μεταβιβάσεις αγροτικής γης με περεταίρω εμβάθυνση στη φτωχοποίηση.[22]

4.    Στιγματισμός και μέτρα αντιμετώπισης της φτώχειας.

      Οι φτωχοί κατά το μέσον του 16ου αιώνα αντιμετωπίζονταν ως κοινωνική απειλή ενώ στα τέλη του 17ου αιώνα αποτελούσαν ένα σοβαρό δημοσιοοικονομικό βάρος.[23] Η κοινωνία κατά τα τέλη των Πρώιμων Νέων Χρόνων ευνοούσε την εργασία ως αυτοσκοπό θεωρώντας τη φτώχεια ένα από τα σημαντικότερα κοινωνικά προβλήματα απορρίπτοντας τη Μεσαιωνική αντίληψη περί του αντιθέτου.[24] Έως τις αρχές του 16ου αιώνα η πρόνοια για τους φτωχούς επαφίονταν στην αρωγή και την ευαισθησία φιλανθρωπικών οργανώσεων με πρωταγωνίστρια την ρωμαιοκαθολική εκκλησία, με τη δημιουργία κοινών ταμείων για την αντιμετώπιση της φτώχειας. Παρόλα αυτά όμως αυτού του είδους η συνεισφορά για την κάλυψη των αναγκών αυτών των ανθρώπων δεν ήταν αρκετή χωρίς παρέμβαση της κεντρικής εξουσίας για την υποχρεωτική επιβολή εισφορών και όχι μόνο.[25] Η πρακτική της φιλανθρωπίας και της αρωγής των κατατρεγμένων η οποία έβρισκε έδαφος στα κελεύσματα της παπικής εκκλησίας έμελλε να ανατραπεί από τους ουμανιστές της θρησκευτικής μεταρρύθμισης αφού ο φτωχός δεν ήταν άγιος αλλά έπρεπε να εργαστεί για να ζήσει.

      Οι νέες βασικές αρχές για την αντιμετώπιση της φτώχειας οι οποίες περιελάμβαναν εκτός των άλλων την καταγραφή των απόρων και την ίδρυση ιδρυμάτων κοινωνικής πρόνοιας με σκοπό την εκμάθηση τεχνικών και τεχνών με απώτερο σκοπό την απασχόληση αυτών των ατόμων σε διάφορα εργαστήρια προς αποφυγή νέας επισιτιστικής κρίσης δεν στόχευε μόνο στην επανένταξη των απόρων στην κοινωνία αλλά και στην απομόνωσή τους από το υπόλοιπο κοινωνικό στρώμα υποχρεώνοντας τους σε εξαναγκαστική εργασία με χαμηλά ημερομίσθια.[26] Ο θεσμός όμως ο οποίος χαρακτηρίστηκε ως ο πλέον επαίσχυντος για την Ευρώπη ήταν εκείνος των πτωχοκομείων εν ονόματι του δόγματος της οικονομικής χρησιμότητας της φτώχειας. Η παραγωγική απασχόληση των εγκλείστων στα πτωχοκομεία από τη μία και η εργασία υπό οποιεσδήποτε συνθήκες  από την άλλη έτσι ώστε να μην καταλήξει κάποιος σε αυτά, ανήγαγε αυτόν το θεσμό στην ύψιστη μορφή κρατικής αντιμετώπισης της φτώχειας η οποία επεκτάθηκε πολύ γρήγορα στη Δυτική Ευρώπη.

Επίλογος

       Σύμφωνα με το λεξικό της Οξφόρδης η έννοια της λέξης φτώχεια στην περίοδο της Πρώιμης Νεότερης Ευρώπης έχει τέσσερεις σημασίες: Την παντελή έλλειψη του πλούτου ή την ελάχιστη προσωπική ιδιοκτησία, την κοινωνική μειονεξία, την αφορία και τη σπανιότητα και τέλος την κακή φυσική κατάσταση ως απόρροια του υποσιτισμού. Οι κύριες αιτίες αυτού του φαινομένου όπως η εκτίναξη των τιμών των αγαθών, οι συνεχείς νομισματικές υποτιμήσεις και πληθωριστικές πιέσεις, η γενικευμένη οικονομική κρίση του 16ου αι. και η ύφεση στις κρατικές οικονομίες οδήγησαν με τη σειρά τους σε σοβαρή διάρρηξη του κοινωνικού ιστού, σε ανακατατάξεις στον κατασκευαστικό κλάδο και στο εμπόριο, εν μέσω μιας περιόδου όπου η θρησκευτική Μεταρρύθμιση ανασυγκροτώντας τις αστικές και αγροτικές κοινότητες επέφερε θρησκευτικούς πολέμους και εκείνοι με τη σειρά τους προσφυγικό κύμα. Παράλληλα, η δημογραφική επέκταση και η ανεπαρκής καταναλωτική ζήτηση οδήγησε σε επισιτιστική κρίση η οποία είχε ως αποτέλεσμα αγροτικές και αστικές εξεγέρσεις. Με το πέρασμα από τον φεουδαλισμό σε μία προκαπιταλιστική εποχή, η εξάπλωση των οικοτεχνικών δικτύων επεκτάθηκε πολύ γρήγορα δημιουργώντας  μία σχέση εξάρτησης των εργατών από τους εργοδότες τους, καθιστώντας αυτούς τους νέους επιχειρηματίες άμεσα παρεμβατικούς στην εργασία και στη συγκεντροποίηση και διαχείριση της παραγωγής, επεκτείνοντας περαιτέρω τις κατασκευαστικές μονάδες με φθηνή εργασία, φτωχοποιώντας ακόμη περισσότερο τους ήδη εξαθλιωμένους εργάτες. Η εικόνα που επικρατούσε για τους ανθρώπους της φτώχειας ήταν συνυφασμένη με την οκνηρία, την εκ του πονηρού αποφυγή της εργασίας και την απειλή της κοινωνίας εφόσον αυτοί οι άνθρωποι θεωρούνταν κοινωνικά μιάσματα.[27] Τον 16ο αιώνα τα ευρωπαϊκά κράτη προχώρησαν σε μεταρρυθμίσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος και την επανένταξη των ανθρώπων αυτών στην κοινωνία, όπως την καταδίκη της επαιτείας ως ηθελημένης οκνηρίας και τη θέσπιση του θεσμού των πτωχοκομείων ως κέντρων υποχρεωτικής εργασίας.

      Εν κατακλείδι, η ανθρώπινη κοινωνία της Πρώιμης Νεότερης Ευρώπης είχε πλέον καταστεί προσάρτημα του οικονομικού συστήματος.[28] Το πρόβλημα της φτώχειας και της προέλευσης των φτωχών σύμφωνα με τη νεωτερική αντίληψη εστιάστηκε σε δύο στενά συνδεδεμένα μεταξύ τους ζητήματα· σε εκείνο της απόλυτης ανέχειας και της πολιτικής οικονομίας ή διαφορετικά στο άρρητο δεσμό ανάμεσα στην ανέχεια και στην πρόοδο.[29]

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

Γαγανάκης Κώστας, Κοινωνική και Οικονομική Ιστορία της Ευρώπης, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 1999.

Πολάνυι Καρλ, Ο μεγάλος μετασχηματισμός, μετφ. Κώστας Γαγανάκης, εκδ. Νησίδες, Θεσσαλονίκη 2001.

Wiesner-Hanks E Merry, Πρώιμη νεότερη Ευρώπη 1450-1789, μετφ. Ελένη Καλογιάννη, εκδ. Ξιφαράς, Αθήνα 2008.

http://opencourses.uoa.gr/modules/units/?course=ARCH7&id=619



[1] Κώστας Γαγανάκης, Κοινωνική και Οικονομική Ιστορία της Ευρώπης, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 1999, σελ. 128.

[2] Στο ίδιο.

[3] Καρλ Πολάνυι, Ο μεγάλος μετασχηματισμός, μετφ. Κώστας Γαγανάκης, εκδ. Νησίδες, Θεσσαλονίκη 2001, σελ. 70.

[4] Γαγανάκης, ο.π., σελ. 129.

[5] Στο ίδιο, σελ. 130.

[6] Merry E. Wiesner-Hanks, Πρώιμη νεότερη Ευρώπη 1450-1789, μετφ. Ελένη Καλογιάννη, εκδ. Ξιφαράς, Αθήνα 2008, σελ. 218.

[7] Γαγανάκης, ο.π., σελ. 131-132.

[8] Wiesner, ο.π.,  σελ. 216.

[9] Στο ίδιο.

[10] Γαγανάκης, ο.π., σελ. 146.

[11] Wiesner, ο.π., σελ. 217.

[12] Στο ίδιο.

[13] Ο Jean Bodin, 1530-1596, υπήρξε Γάλλος πολιτικός και συγγραφέας, υποστηρικτής της απόλυτης εξουσίας του κράτους.

[14] Γαγανάκης, ο.π., σελ. 146.

[15] Wiesner, ο.π., σελ. 217.

[16] Γαγανάκης, ο.π., σελ. 149.

[17] Στο ίδιο, σελ. 148.

[18] Στο ίδιο, σελ. 149.

[19] Στο ίδιο, σελ. 152.

[20]  Στο ίδιο, σελ. 157.

[21] Στο ίδιο, σελ. 119-120.

[22] Στο ίδιο.

[23] Πολάνυι, ο.π., σελ. 105.

[24] Στο ίδιο.

[25] Wiesner, ο.π., σελ. 244.

[26] Γαγανάκης, ο.π., σελ. 137.

[27] Στο ίδιο.

[28] Στο ίδιο, σελ. 77.

[29] Πολάνυι, ο.π., σελ. 104.