Ο Λογικός Θετικισμός σε σχέση με το γνωσιολογικό περιεχόμενο της Γεωγραφίας και τα αίτια της νομοθετικής στροφής της, συνδέοντάς την με τη ραγδαία μεταπολεμική καπιταλιστική εκβιομηχάνιση.

2019-01-16 17:33

1.      Ευρύτερο μεταπολεμικό κοινωνικό-οικονομικό πλαίσιο.

      Το τέλος του Β΄ παγκοσμίου πολέμου βρήκε μία Ευρώπη κατακερματισμένη και στο χείλος της οικονομικής καταστροφής. Με την κοινωνία τραυματισμένη και με κλονισμένες τις δομές της η Ευρώπη είχε ανάγκη να σχεδιάσει εκ’ νέου και με ταχύτατους ρυθμούς τον χώρο για τον άμεσο σχεδιασμό πάνω στα ερείπια της καταστροφής που άφησε ο πόλεμος. Η απαίτηση της εποχής για αναπτυξιακή, πολιτική και οικονομική ανασυγκρότηση έπρεπε να υπάρξει όσο το δυνατόν συντομότερα. Ο σχεδιασμός στον κοινωνικό, αστικό και ημιαστικό-περιφερειακό χώρο καθώς επίσης, και η αποκατάσταση στις μεταφορές, τις επικοινωνίες, τις ενεργειακές υποδομές και τη βιομηχανία υπήρξαν άμεσης προτεραιότητας (Κουρλιούρος, 2013, σελ. 153). Αυτός ο φυσικός σχεδιασμός απαιτούσε τη συλλογή και επεξεργασία ενός μεγάλου όγκου δεδομένων ή πληροφοριών (Κουρλιούρος, 2013, σελ. 153). Ως βάση αυτής της εξέλιξης χρησιμοποιήθηκαν οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές οι οποίοι μπορούσαν να επεξεργαστούν μια πληθώρα δεδομένων γρήγορα και εύκολα. Αυτή η νέα τάση που σηματοδότησε «τη μανία της ποσοτικοποίησης των πάντων» (Κουρλιούρος, 2013, σελ. 153) δεν θα μπορούσε να μη συμπαρασύρει και τη γεωγραφία στην οποία δημιουργήθηκαν οι ευνοϊκές συνθήκες για την καλλιέργεια και της δικής της ποσοτικοποίησης, δηλαδή για την ανάδυση της ποσοτικής γεωγραφίας (Κουρλιούρος, 2103, σελ. 153).

 

2.      Περιφερειακή γεωγραφία.

      Μέχρι εκείνη την περίοδο η γεωγραφία είχε έναν ιδιαίτερο ιδιογραφικό προσανατολισμό λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες του κάθε τόπου, με την επικράτηση της περιφερειακής γεωγραφία των Γάλλων γεωγράφων. Αυτοί θέλοντας να τονίσουν την ιδιαίτερη σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στον άνθρωπο και τη φύση (την περιφέρεια), ανέδειξαν αυτή την περιφερειακή ιδιότητα της γεωγραφίας και της έδωσαν αυτό το προσωνύμιο. Η περιφερειακή γεωγραφία λοιπόν, βασισμένη στις αρχές του περιβαλλοντικού ντετερμινισμού ενστερνίστηκε την πιθανοκρατία, δηλαδή την άποψη ότι υπάρχουν μόνο πιθανότητες και όχι αναγκαιότητες σχετικά με την ανθρώπινη δράση και τη διαδικασία αλλαγής του χώρου, όπως διατύπωσε ο Γάλλος ιστορικός Lucien Febvre το 1922 (Λεοντίδου, 2017, σελ. 76-77).

      Μέσα από αυτή τη θεωρία αναδείχθηκε η σχέση του χώρου, δηλαδή η βάση της γεωγραφίας με την κοινωνία, με τους Γάλλους πιθανοκράτες να υποστηρίζουν ότι η περιφερειακή γεωγραφία ήταν μία επιστήμη της φύσης και του ανθρώπου (Λεοντίδου, 2017, σελ. 77). Η επιστήμη αυτή έδινε έμφαση στην ιστορία. Τα χαρακτηριστικά της ιδιογραφικής προσέγγισης ήταν η μελέτη του υλικού πολιτισμού μιας κοινωνίας  και της ιδιομορφίας της, η οικονομική, πολιτική και πολιτισμική πραγματικότητα σε συνάρτηση πάντοτε με τον συγκεκριμένο τόπο και χώρο (Λεοντίδου, 2017, σελ. 78).

 

3.      Homo Economicus

      Τα καταστροφικά αποτελέσματα του πολέμου και οι απαιτήσεις για οικονομική πρόοδο, ανασυγκρότηση και ανάπτυξη έφεραν στο προσκήνιο εκείνο τον άνθρωπο ο οποίος έμελλε να γίνει εξάρτημα και αναπόσπαστο κομμάτι της βιομηχανικής παραγωγικής αλυσίδας αλλά ταυτόχρονα και καταναλωτής της, με τυφλή υπακοή και εργασιακή πειθαρχία (Λεοντίδου, 2017, σελ. 93.) Αυτός είναι ο άνθρωπος της ποσοτικής γεωγραφίας, ένα “αυτόματο μονοδιάστατο” αυτός που απαιτούσε η μεταπολεμική ευρωπαϊκή οικονομία∙ ο οικονομικός άνθρωπος, ο homo economicus (Λεοντίδου, 2017, σελ. 93).

      Ο homo economicus διαθέτει πληροφόρηση μέσα από την αναδυόμενη τεχνολογική επανάσταση και έχει όλα τα χαρακτηριστικά της ορθολογικής σκέψης. Μοναδικός του γνώμονας είναι το κέρδος, τα οφέλη που προκύπτουν από αυτό και η ελαχιστοποίηση του κόστους  δρώντας κατ’ αποκλειστικότητα ορθολογικά και με πλήρη γνώση των οικονομικών μεγεθών και μεθόδων (Λεοντίδου, 2017, σελ. 93). Μέσα σε αυτό το κοινωνικό και οικονομικό υπόβαθρο του λογικού θετικισμού τα πάντα ήταν μετρήσιμα με στατιστικές μεθόδους και αποδεικνύονταν μέσω νόμων. Ο λογικός θετικισμός ανέδειξε τον οικονομικό άνθρωπο ως γνήσιο τέκνο του εισβάλλοντας στην κοινωνία, στην οικογένεια και τέλος στη ανθρώπινη συμπεριφορά.

 

4.      Επιστημολογική διαμάχη Schaefer – Hartshorne και αλλαγή Παραδείγματος.

      Αυτή η ανθρώπινη συμπεριφορά της ταχείας καπιταλιστικής εκβιομηχάνισης ήταν κατά βάσει και το γρανάζι για την αλλαγή Παραδείγματος σύμφωνα με την φιλοσοφική θεώρηση του Γερμανού επιστήμονα Κουν (Tomas Kuhn 1922-1996). Παράδειγμα, ήταν στην ουσία μία κοσμοθεωρία, μία σειρά από αξιώματα τα οποία ενστερνίζεται μια συγκεκριμένη επιστημονική κοινότητα (Λεοντίδου, 2017, σελ. 97). Κατά τον ίδιο τρόπο και στο γεωγραφικό επίπεδο, μια επιστημονική κοινότητα, εν προκειμένω γεωγραφική, οδήγησε στη σύνδεση της γεωγραφίας με τον θετικισμό και στην αλλαγή Παραδείγματος, στη γεωγραφία, με αποτέλεσμα την μετεξέλιξή της από μια περιγραφική μελέτη ιδιογραφικού χαρακτήρα σε νομοθετική επιστήμη, βασισμένη σε πρότυπα οργάνωσης καθοδηγούμενα από καθολικούς νόμους και ποσοτικοποίηση για τη διατύπωση καθολικών νόμων στα πρότυπα των θετικών επιστημών. Οι ενδείξεις, για την αλλαγή Παραδείγματος στη γεωγραφία και τη στροφή η οποία έγινε από τον περιφερειακό χαρακτήρα και τον κλασικό ιδιογραφικό προσανατολισμό προς τη ποσοτικοποίηση εντοπίζονται στην επιστημολογική διαμάχη μεταξύ των απόψεων του Αμερικανού περιφερειακού γεωγράφου Richard Hartshorne (1899-1992) και του θετικιστή Γερμανού γεωγράφου Fred Schaefer (1904-1953), (Κουρλιούρος, 2013, σελ. 156).

      Οι πρώτες προσπάθειες σύνδεσης της γεωγραφίας με τον θετικισμό έγιναν στις αρχές του 20ου αιώνα και πιο συγκεκριμένα σε μια εργασία που έκανε ο Αμερικανός γεωγράφος Carl Sauer (1889-1975), στην οποία προσδιόριζε το γεωγραφικό τοπίο με όρους εμπειρικών αλληλοεξαρτήσεων βασισμένος πάνω σε μια ολοφάνερη και ξεκάθαρη αιτιοκρατική σχέση (Κουρλιούρος, 2013, σελ. 156). Κλασικοί γεωγράφοι, όπως ο Hartshorne, πρόβαλαν κριτική και αντίλογο σε αυτές τις θέσεις με την αιτιολογία ότι ακόμη και οι πιο αυστηρές και ακριβείς φυσικές επιστήμες, πέρα από τον επιστημολογικό χαρακτήρα της εμπειρίας και την υπαγωγή της επαλήθευσης ενός φαινομένου, ασχολούνται ακόμα και με φαινόμενα ή δυνάμεις οι οποίες δεν είναι άμεσα παρατηρήσιμες (Κουρλιούρος, 2013, σελ. 159). Πώς, λοιπόν, η γεωγραφία, η οποία ασχολείται με τον τόπο αλλά και με τον άνθρωπο και η οποία σύμφωνα με τον Hatshorne θα μπορούσε να αποκτήσει τα χαρακτηριστικά μιας θετικής επιστήμης, πώς θα ήταν δυνατόν, λοιπόν, να υπάρξει αυστηρά μόνο ως μια νομοθετική επιστήμη βασισμένη στην αυστηρή θέσπιση νόμων για τα γεωγραφικά φαινόμενα εφόσον αυτά τα φαινόμενα δεν είναι σταθερά και ανασκευάζονται σύμφωνα με τις ιδιαιτερότητες του κάθε τόπου  (Κουρλιούρος, 2013, σελ. 159).

      Ο Fred Schaefer άσκησε κριτική πάνω σε αυτή τη θέση του Hartshorne θεωρώντας ότι η γεωγραφία δεν μπορούσε να διατηρήσει πλέον έναν ιδιογραφικό χαρακτήρα αλλά ότι έπρεπε να μετεξελιχθεί σε μια επιστήμη, η οποία θα βασιζόταν αποκλειστικά σε καθολικούς νόμους και μοντέλα∙ θα έπρεπε να γίνει μια καθαρά νομοθετική επιστήμη (Κουρλιούρος, 2013, σελ. 156). Οι απόψεις του Schaefer, ότι η γεωγραφία δηλαδή όφειλε να ασχοληθεί και να ερευνήσει τη χωρική κατανομή συγκεκριμένων σημείων και χαρακτηριστικών του πλανήτη μέσω της διατύπωσης καθολικών νόμων, κέρδιζε έδαφος, οδηγώντας στη σύγκρουση του παλαιού με το νέο και στην αλλαγή Παραδείγματος (Κουρλιούρος, 2013, σελ. 156).

 

5.      Λογικός θετικισμός και ποσοτική γεωγραφία.

      Το νέο επιστημονικό Παράδειγμα ανέδειξε τη γεωγραφία σε νομοθετική επιστήμη καθιερώνοντας τον ποσοτικό χαρακτήρα της. Και δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά εάν η ποσοτική γεωγραφία δεν ενστερνιζόταν τον λογικό θετικισμό έχοντας ως στόχο την εξήγηση των γεωγραφικών φαινομένων μέσα από τη νομοθετική οπτική (Λεοντίδου, 2017, σελ. 99).

      Ο θετικισμός εμφανίστηκε ως μια φιλοσοφική θεωρία που αναπτύχθηκε στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα και η οποία υποστήριζε ότι κανένας φυσικός νόμος δεν καθίσταται αληθής εάν δεν είναι επαληθεύσιμος. Επί της ουσίας, πρόκειται για μια φιλοσοφία της επιστήμης η οποία φέρνει σε αντιδιαστολή την επιστήμη με τη μεταφυσική και τη θρησκεία (Λεοντίδου, 2017, σελ. 100)∙ εκείνο το οποίο δηλαδή μπορεί να παρατηρηθεί εμπειρικά και στη συνέχεια να επαληθευτεί επιτυχώς εν αντιθέσει με το φαντασιακό. Οι προτάσεις οι οποίες επαληθεύονται μπορεί να χρησιμοποιηθούν ούτως ώστε να χρησιμεύσουν στη δημιουργία γενικών νόμων οι οποίοι θα αποτελέσουν μετά από τη συνένωσή τους ένα σύστημα νόμων καθολικής ισχύος (Λεοντίδου, 2017, σελ. 100). Στο επιστημονικό πεδίο του θετικισμού δεν χωρά οτιδήποτε δεν μπορεί να ελεγχθεί εμπειρικά και εν’ συνεχεία να επαληθευτεί, ούτε επίσης, οποιαδήποτε ηθική πρόταση εκφερόμενη υπό το βάρος του θυμικού.

      Ο θετικισμός, ως επαγωγικός συλλογισμός χαρακτηρίστηκε από την παρατήρηση ενός συγκεκριμένου γεγονότος μέσω της εμπειρίας, στη γενίκευση-στην ευρύτερη διατύπωση και στη θέσπιση νόμων καθολικής ισχύος (Λεοντίδου, 2017, σελ. 100). Η ποσοτική γεωγραφία κινήθηκε μέσα σε αυτό το πλαίσιο. Οι ποσοτικοί γεωγράφοι ήταν εκείνοι οι οποίοι αναφερόμενοι με υπερηφάνεια στην ποσοτική επανάσταση μίλησαν για ένα νέο Παράδειγμα στη γεωγραφία (Λεοντίδου, 2017, σελ. 99). Η ποσοτική γεωγραφία εξαρτήθηκε από τις επαγωγικές- στατιστικές μεθόδους του λογικού θετικισμού υιοθετώντας τον εμπειρικισμό, τη βασική παραδοχή του θετικισμού, ο οποίος ανάγεται στη φιλοσοφία της επιστήμης θεωρώντας ορθή μόνο μία εμπειρική παρατήρηση και όχι μια θεωρητική πρόταση (Λεοντίδου, 2017, σελ. 101).

      Η ποσοτική γεωγραφία αναζήτησε μέσα από ευρύτητα της γενίκευσης το “γενικό”, νόμους γενικής ισχύος στα πρότυπα της φυσικής επιστήμης. Νομιμοποίησε μόνο εκείνη την επιστήμη η οποία ήταν σε θέση να διατυπώσει καθολικούς νόμους και μάλιστα νόμους που θα προέρχονταν από ποσοτικούς συσχετισμούς και μαθηματικά μοντέλα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η γεωγραφία αποκτά νομοθετική υπόσταση η οποία μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο της ποσοτικής επανάστασης, των μετρήσεων, της ύπαρξης των αναλογιών, της στατιστικής και των αριθμών, ως θετική επιστήμη μοντελοποίησε την πραγματικότητα (Λεοντίδου, 2017, σελ. 102). Κατά συνέπεια η βάση μιας γεωγραφικής μελέτης θα έπρεπε να αποτελείται μόνο από τα γεωγραφικά φαινόμενα τα οποία θα μπορούσαν να ποσοτικοποιηθούν, δηλαδή να μετρηθούν, να ιεραρχηθούν και να ταξινομηθούν, αποτελώντας μοντέλο μαθηματικού ελέγχου και στατιστικής επεξεργασίας (Κουρλιούρος, 2013, σελ. 157).

 

  1. Πολυεπιστημονικότητα και γεωγραφικός κατακερματισμός.

      Η ποσοτικοποίηση στη γεωγραφία επέβαλε στεγανά στη γεωγραφική γνώση, πολυεπιστημονικότητα και εξειδίκευση με αποτέλεσμα τον κατακερματισμό της γεωγραφίας σε επιμέρους ενότητες. Ένα από τα αξιώματα του θετικισμού ήταν ότι η σύνθεση για τη συνολική θεώρηση της πραγματικότητας μπορεί να επιτευχθεί μέσω της επιστημονικής συνεργασίας διαφορετικών ειδικοτήτων για ένα συγκεκριμένο θέμα (Λεοντίδου, 2017, σελ. 105). Σε αυτό το σημείο έγκειται η αρχή της πολυεπιστημονικότητας η οποία θα κατακερματίσει την επιστήμη διαιρώντας την σε ειδικεύσεις, εξειδικεύσεις, ομάδες και υποομάδες ειδικών επιστημόνων.

      Στο πεδίο της γεωγραφίας, η φυσική γεωγραφία κατακερματίστηκε σε γεωμορφολογία, κλιματολογία, βιογεωγραφία, περιβαλλοντική γεωγραφία (Κουρλιούρος, 2013, σελ. 163)∙ η ανθρωπογεωγραφία σε κοινωνική γεωγραφία, αστική, πολιτική, ιστορική και οικονομική, ενώ με τη σειρά της η οικονομική γεωγραφία κατακερματίστηκε ως κλάδος της ανθρωπογεωγραφίας σε αγροτική, βιομηχανική, γεωγραφία των μεταφορών, των καινοτομιών και των υπηρεσιών (Κουρλιούρος, 2013, σελ. 163).

      Στη λογική της γεωγραφικής έρευνας του λογικού θετικισμού, οι θετικιστές θεωρούν ότι η κοινωνική γεωγραφία, επί παραδείγματι, δύναται να μελετήσει τη φύση και την κοινωνική ζωή αλλά δεν μπορεί να προσεγγίσει θέματα παραγωγής και εργασίας τα οποία μονοπωλούνται από κάποιους άλλους ειδικούς της οικονομικής γεωγραφίας (Λεοντίδου, 2017, σελ. 105). Με τη σειρά της πάλι οι ειδικοί της οικονομικής γεωγραφίας είναι σε θέση να μελετήσουν θέματα σχετικά γύρω από την επιχειρηματική και κεφαλαιακή χωροθέτηση αλλά δεν μπορούν να εισχωρήσουν σε ζητήματα ή θέματα κοινωνικών σχέσεων, παραγωγής ή εργασίας (Λεοντίδου, 2017, σελ. 105). Αυτός ο κατακερματισμός δημιούργησε στεγανά, εφόσον κάθε επιστήμονας κινούνταν εντός ενός στενού θεωρητικού πλαισίου, δίχως τη δυνατότητα εισχώρησης σε άλλα επιστημονικά πεδία (Λεοντίδου, 2017, σελ. 105).

 

Συμπέρασμα

      Οι απαιτήσεις της Ευρώπης για ανασύσταση, μετά τη λήξη του Β΄ παγκοσμίου πολέμου, έθεσαν τον άνθρωπο πάνω στις ράγες της οικονομικής ανασυγκρότησης και της αναπτυξιακής πολιτικής μετασχηματίζοντάς τον σε Homo Economicus. Την κοινωνία, αλλά ειδικότερα και τη γεωγραφία με την οποία ασχοληθήκαμε εκτενώς, υπό τις ευλογίες του λογικού θετικισμού την έθεσε πάνω σε πεδία μετρήσεων, ποσοτικοποίησης, στατιστικής και μαθηματικών, με απουσία της αυθορμησίας, της “προχειρότητας” και του συναισθήματος, εφόσον όλα θα έπρεπε να αποτυπώνονται μέσω των αριθμών και να είναι μετρήσιμα. Η ενιαία αλλά και ταυτόχρονα “ανθρώπινη” έως τότε γεωγραφία αλώθηκε από την εισβολή του βιομηχανικού καπιταλισμού.

      Ο λογικός θετικισμός υπήρξε εκείνο το επιστημολογικό υπόβαθρο για τον μετασχηματισμό της γεωγραφίας από μία υπό σύσταση επιστήμη με ιδιογραφικό χαρακτήρα, κάτω από τις αρχές του περιβαλλοντικού ντετερμινισμού, σε θετική επιστήμη με ποσοτικά χαρακτηριστικά. Αυτή η σύζευξη του λογικού θετικισμού με τη γεωγραφία θεωρήθηκε ως αλλαγή Παραδείγματος, σύμφωνα με την ορολογία του Tomas Kuhn, ένα στάδιο επιστημονικής εξέλιξης, μία νέα κανονική επιστήμη η οποία αναδύθηκε. Η νομοθετική στροφή την οποία πραγματοποίησε η γεωγραφία, άφησε πίσω της την περιβαλλοντική αιτιοκρατία, την ιδιομορφία του χώρου και την πιθανή διαμόρφωσή του από τον άνθρωπο, το κλίμα κλπ. Ο εκ’ της αξιωματικής του θεώρησης στατικός και κατακερματισμένος λογικός θετικισμός, σε επιμέρους τομείς και υποδιαιρέσεις προέταξε την ακραία εξειδικευμένη συνεργασία, έχοντας ως αποτέλεσμα την κορύφωση της πολυεπιστημονικότητας.  Η εφαρμογή αυτή και στη γεωγραφία μπορεί να την καθιέρωσε ως μία νομοθετική-ποσοτική επιστήμη, ωστόσο δημιούργησε στεγανά στον ευρύτερο επιστημονικό-γεωγραφικό κόσμο επιβάλλοντας σκληρή εξειδίκευση η οποία τελικά την κατακερμάτισε σε επιμέρους υποδιαιρέσεις και ειδικότητες στα πρότυπα του λογικού θετικισμού.

 

Βιβλιογραφία

Κουρλιούρος Ηλίας, «Δύο επιστημολογικές τομές στη μεταπολεμική Ευρωπαϊκή γεωγραφία», στο Γενική Γεωγραφία, Ανθρωπογεωγραφία και Υλικός Πολιτισμός της Ευρώπης -  Ευρωπαϊκές Γεωγραφίες, Τεχνολογία και Υλικός Πολιτισμός, εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα 2013.

 

Λεοντίδου Λίλα, Αγεωγράφητος Χώρα, Ελληνικά είδωλα στους επιστημολογικούς αναστοχασμούς της ευρωπαϊκής γεωγραφίας, εκδ. Προπομπός, Αθήνα 2011.