Η Νέα Ευρώπη αλλά κι ο Νέος κόσμος γενικώς, πρέπει να χτιστεί στη λογική. – Κι η ιδεολογία;
Εισαγωγή
Ο Σύντομος 20ος αιώνας ή Η Εποχή των Άκρων, όπως χαρακτηρίζει ο Eric Hobsbawm την περίοδο 1914-1991, θα μπορούσαμε να πούμε ότι αποτελεί ένα ιστορικό σταυροδρόμι συνάντησης, σύμπλευσης και διαμόρφωσης των κύριων ιδεολογιών στη νεότερη ιστορία. Καθεστώτα αναδύθηκαν ή παρήκμασαν‧ πολιτικό-στρατιωτικές συμμαχίες άλλαξαν και οικονομίες αναπτύχθηκαν ενώ άλλες κατέρρευσαν. Διεθνείς συμφωνίες καταπατήθηκαν, πληθυσμοί μετακινήθηκαν αναγκαστικά και βίαια καθώς οι συνοριακές γραμμές πολλές φορές μετατοπίσθηκαν. Όλα αυτά υπό την εποπτεία, θα λέγαμε, πολιτικών ιδεολογιών, οι οποίες σε μια αέναη διαμόρφωση στον Σύντομο 20ο αιώνα συγκρούστηκαν βίαια μεταξύ τους για να μας αφήσουν, κατά μία έννοια, πολιτικά συρρικνωμένους σήμερα, εν μέσω μιας περιόδου ιδεολογικής υφέσεως στην εποχή της μετανεωτερικότητας. Αν και πολλοί είναι εκείνοι που θεωρούν τον φιλελευθερισμό την επικρατούσα παγκοσμιοποιημένη ιδεολογία ωστόσο, αυτή φαίνεται να διαμορφώνει ιδεολογικά έναν Homo Apoliticus, θα μπορούσαμε να πούμε σχηματικά, έναν άνθρωπο κενού πολιτικού ενδιαφέροντος και ιδεολογίας.
Λαμβάνοντας ως αφορμή ένα απόσπασμα από τη συνέντευξη του πρώην προέδρου της Πολωνίας Λεχ Βαλέσα περί ιδεολογιών, αφορμούμενο προφανώς από τις καταλυτικές αλλαγές που έλαβαν χώρα στην Ανατολική Ευρώπη τη δεκαετία του 1980 όπου ο ίδιος ο Βαλέσα πρωταγωνίστησε, θα προσπαθήσουμε να εμβαθύνουμε στην έννοια ιδεολογίες· εάν υπάρχουν σήμερα ή όχι, εάν χρειάζονται και στην ανάγκη έκφρασης μέσα από αυτές.
Η Νέα Ευρώπη αλλά κι ο Νέος κόσμος γενικώς, πρέπει να χτιστεί στη λογική. – Κι η ιδεολογία;
«Έχουν τελειώσει όλα αυτά. Ζούμε σε μια νέα εποχή όπου οι ιδεολογίες έχουν τελειώσει. Ή αν θέλετε πρέπει να τελειώσουν. Να πάμε πιο πέρα. Χρειαζόμαστε όχι νέο-κομμουνιστικές ή νέο-καπιταλιστικές ιδέες. Όχι! Χρειαζόμαστε κυρίως κάτι άλλο, πέρα από δημαγωγία, λαϊκισμό, άκρα δεξιά ή άκρα αριστερά. Αυτά όλα, δεν είναι οι απαντήσεις που πρέπει να γυρεύουμε σήμερα» Λεχ Βαλέσα, πρώην πρόεδρος της Πολωνίας, Νόμπελ Ειρήνης.
Ας δούμε όμως πώς ορίζει ο Heywood την ιδεολογία στις Πολιτικές Ιδεολογίες: «Μια ιδεολογία αποτελεί ένα λίγο-πολύ συνεκτικό σύνολο ιδεών, που παρέχει τη βάση για οργανωμένη πολιτική δράση, είτε έχει ως στόχο της τη διατήρηση, την αλλαγή ή την ανατροπή του υπάρχοντος συστήματος εξουσίας» (Heywood, 2007, σελ.50). Άρα μέσα από αυτές διαμορφώνεται ένας συγκεκριμένος τρόπος έκφρασης εμπεριέχοντας έντονα τον συγκινησιακό και συναισθηματικό χαρακτήρα της ελπίδας, του φόβου, του μίσους ή της συμπάθειας. Παρέχεται έτσι ένας διανοητικός χάρτης για τη λειτουργία της κοινωνίας ενσωματώνοντας παράλληλα τους ανθρώπους σε ένα ιδιαίτερο κοινωνικό περιβάλλον (Heywood, 2007, σελ.50-51).
Σύμφωνα με έναν άλλον στοχαστή, τον Τόμας Κουν (1922-1996), μια ιδεολογία μπορεί να αντιμετωπιστεί ως Παράδειγμα, δηλαδή, ως μια συγκεκριμένη παραδοσιακά καθιερωμένη σκέψη ή θεωρία, η οποία συμπλέει με μια ιστορική περίοδο καθορίζοντάς την (Heywood, 2007, σελ.51). Η Αλλαγή Παραδείγματος είναι η κοσμοϊστορική επιστημονική πρόοδος και η μετάβαση σε μια νέα εποχή για τον κόσμο. Π.χ., Αλλαγή Παραδείγματος θεωρείται η διατύπωση της ηλιοκεντρικής θεωρίας του Κοπέρνικου, η οποία ανέτρεψε την γεωκεντρική Αριστοτέλεια θεωρία, θέτοντας έτσι τις βάσεις της νέας επιστημονικής σκέψης εισάγοντας τον κόσμο στην εποχή της Νεωτερικότητας. Αλλαγή Παραδείγματος, εκτός από την επιστημονική πρόοδο μπορεί να συντελεστεί στις τέχνες όπως η περίοδος της Αναγέννησης, ή στην κοινωνία όπως η Γαλλική Επανάσταση, η οποία διαμόρφωσε την πολιτική και κοινωνική σκέψη της Νέας Εποχής.
Σύμφωνα με τον Κουν οι ιδεολογίες δύνανται να δομήσουν ένα Παράδειγμα ή ένα Παράδειγμα μπορεί να αποτελέσει το ίδιο μία ιδεολογία (Heywood, 2007, σελ.51). Ως εκ τούτου οι ιδεολογίες μπορούν να υπάρξουν σαν παραδείγματα, δηλαδή, σαν σύνολα αρχών, δογμάτων ή θεωριών της διανοητικής αναζήτησης. Συνεπώς έχουμε ένα πλαίσιο, στο οποίο η διανοητική αναζήτηση οδηγεί σε αναζήτηση για πολιτική γνώση, άρα σε μια γλώσσα πολιτικού λόγου (Heywood, 2007, σελ.51).
Οι ιδεολογίες σαν έννοιες αποτελούν έναν λειτουργικό μοχλό της μάζας. Εμπλέκουν τη λαϊκή κινητοποίηση δίνοντας νόημα στον αγώνα για την εξουσία ή για την ανατροπή της παίρνοντας τη μορφή ευρείας πολιτικής κίνησης. Η έκφρασή της εκδηλώνεται μέσα από συναισθήματα (λαός), πολιτικά μανιφέστα (ιθύνοντες), πολιτική ρητορεία, κ.α. (Heywood, 2007, σελ.52). Συσχετίζοντας τη θεωρία των Παραδειγμάτων του Κουν, όπου όπως αναφέρει ο ίδιος στη Δομή των Επιστημονικών Επαναστάσεων «Όταν τα Παραδείγματα αλλάζουν, ο ίδιος ο κόσμος αλλάζει μαζί τους» (Kuhn, 1997, σελ.188), με τις επαναστάσεις της περιόδου 1989-1990 στην Ανατολική Ευρώπη, θα δούμε ότι αποτελούν για την πολιτική σκέψη και την ιδεολογία Αλλαγή Παραδείγματος.
Δεν είχε τεθεί ποτέ έως τώρα το ερώτημα εάν φτάσαμε στο τέλος της πάλης των ιδεολογιών. Όπως αναφέρει ο Held για τις καθεστωτικές αλλαγές που σάρωσαν την Ευρώπη το 1989-1990, μέρη που έδειχναν ακλόνητα ξαφνικά εξαφανίστηκαν, ενώ προϋποθέσεις που θεωρούνταν δεδομένες απροσδόκητα κατέρρευσαν (Held, 2010, σελ.37). Οι επαναστάσεις ΄89-΄90, οι οποίες προέκυψαν ύστερα από πολύχρονες διαδικασίες ήταν μια επαναστατική αλλαγή όχι μόνο για τις χώρες και για τις κοινωνίες πέραν του Σιδηρούν Παραπετάσματος, αλλά για όλη τη διεθνή τάξη γενικότερα· ας θυμηθούμε τη φοιτητική εξέγερση στο Πεκίνο, στην πλατεία Τιεν Αν Μεν (Held, 2010, σελ.38).
Οι μεταβολές είχαν ξεκινήσει αρχές της δεκαετίας του ΄80 και συνεχίστηκαν. Οι κυριότερες ήταν: η εκλογική ήττα των κομμουνιστών στην Πολωνία‧ η κατάργηση της μονοκομματικής εξουσίας στην Ουγγαρία, η οποία ήταν και η πρώτη χώρα του Συμφώνου της Βαρσοβίας που άνοιξε τα σύνορά της με τη Δύση και συγκεκριμένα με την Αυστρία. Επίσης, στη Σοβιετική Ένωση από τις σημαντικότερες μεταβολές ήταν η διαδικασία μεταρρύθμισης που ξεκίνησε ο τελευταίος ηγέτης της Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, η αποκαλούμενη Περεστρόικα. Την Περεστρόικα ακολούθησε η αντικατάσταση του δόγματος Μπρέζνιεφ, σύμφωνα με το οποίο τα επιτεύγματα του σοσιαλισμού θα έπρεπε να προστατευτούν ακόμα και με τη χρήση βίας. Τέλος, το δόγμα Μπρέζνιεφ αντικαταστάθηκε από την “πολιτική ανοχής” για κάθε κράτος, ιδίως των συμμάχων της Σοβιετικής Ένωσης, δηλαδή των κρατών του πρώην Ανατολικού Μπλοκ (Held, 2010, σελ.40). Η Πολωνία ήταν εκείνη που ξεκίνησε αυτή την πάλη των ιδεολογιών, η οποία έφτασε στην κορύφωσή της στα τέλη της δεκαετίας του ΄80 αποτελώντας μια ιδιάζουσα περίπτωση. Η εθνική ενότητα και η καθολική εκκλησία, ιδίως μετά την εκλογή του Κάρολ Βοϊτίλα (1920-2005) ως Πάπας Ιωάννης Παύλος Β΄, διαμόρφωσαν τα γεγονότα που θα επακολουθούσαν καθώς και τον έντονο αντίκτυπο της Δύσης (Held, 2010, σελ.40).
Είναι δεδομένο πια ότι η σημερινή εποχή αποτελείται από συνεχείς προκλήσεις και αλλαγές. Όμως δεν είναι σίγουρο εάν έχει γίνει αντιληπτό σε βάθος το νόημα αυτών των αλλαγών που συντελούνται και οι οποίες αλλάζουν τις κοινωνικές δομές και τις πολιτισμικές βάσεις. Οι ισορροπίες κλονίζονται σε κάθε κοινωνική, πολιτισμική και πολιτική αλλαγή. Πόσο μάλλον σε μια ιδεολογική Αλλαγή Παραδείγματος, όπως εκείνη που συντελέστηκε στα τέλη του 20ου αιώνα. Σε κάθε αναμέτρηση το χάσμα των πόλων τάξης και αταξίας, συντήρησης και προόδου σηματοδοτεί την ανισορροπία, θα λέγαμε κατά κάποιο τρόπο. Η ανισορροπία, η οποία την περίοδο εκείνη πρωταγωνίστησε εμφανέστατα, τάχιστα “τακτοποιήθηκε” τόσο απρόσμενα. δίνοντας την αίσθηση ότι οι αρχές της, επί της ουσίας, δεν κλονίστηκαν σε μεγάλο βαθμό. Η αντιπαράθεση πυροδοτήθηκε και η πρόκληση συντελέστηκε σχεδόν αναίμακτα. Τελικά, ίσως, η κοινωνία αναζητά την ευταξία σε ένα γνωστικό περιβάλλον, στο οποίο θα εναλλάσσονται ή θα συνδυάζονται κάποιες δομές της που είτε θα την εξελίσσουν, είτε θα την συμπληρώνουν· ποτέ όμως στην πραγματικότητα δεν θα την ανατρέπουν.
Οι πολίτες των κρατών που βίωσαν τέτοιες αλλαγές, όπως την περίοδο ΄89-΄91 απώλεσαν την παλιά τους ταυτότητα. Τα καθεστώτα αυτά μπορεί να εξοβελίστηκαν όμως, προήγαγαν μέσα από την πτώση τους μια κατάσταση μετεξέλιξης εμφυτεύοντας τον Δυτικό-καπιταλιστικό σπόρο. Ωστόσο ο αντίκτυπος ήταν ευρύτερος σε όλο τον ανεπτυγμένο κόσμο. Οι πολίτες στη Δύση συμπαρασύρθηκαν στην αναζήτηση μιας νέας πολιτικής ταυτότητας, ενώ νέες πολιτικό-ιδεολογικές διατυπώσεις, τάσεις και ερωτήματα εκφράστηκαν για το εάν έχουν τελειώσει οι ιδεολογίες, εάν πρέπει να τελειώσουν ή όχι, αν τις χρειαζόμαστε και αν ναι ποιες, και εν τέλει κατά πόσο είναι χρήσιμες. Ο Αμερικανός πολιτικός επιστήμονας και οικονομολόγος Φράνσις Φουκουγιάμα (1952 - ) στο δοκίμιό του Το Τέλος της Ιστορίας και ο Τελευταίος Άνθρωπος (1989) αναφέρεται στην τελική επικράτηση του φιλελευθερισμού μετά το πέρας του Ψυχρού Πολέμου «επί των ανταγωνιστών του», όπως αναφέρει ο Heywood (Heywood, 2007, σελ.556). Ο Φουκουγιάμα δεν γνωρίζουμε αν προέβλεψε, εν τέλει, ή όχι το τέλος των ιδεολογιών και την επικράτηση της μιας και μοναδικής, εκείνης του φιλελευθερισμού. Γνωρίζουμε όμως πολύ καλά ότι ο φιλελευθερισμός σήμερα, ύστερα από την αδιαμφισβήτητη και βαριά σοσιαλιστική ήττα του Ύστερου 20ου αιώνα, εκφράζεται μέσα από το ίδιο το κοινωνικό γίγνεσθαι αποτελώντας τρόπο ζωής των σύγχρονων κοινωνιών. Ο Φουκουγιάμα και πολλοί άλλοι πολιτικοί στοχαστές υποστηρίζουν ότι ο βιομηχανικός καπιταλισμός, ο οποίος εδραιώθηκε μετά την Βιομηχανική Επανάσταση κληροδότησε τον κλασσικό φιλελευθερισμό στην κοινωνία με την προοπτική της ασφάλειας. Έτσι, κάθε πολίτης ενθαρρύνθηκε προς την καπιταλιστική σύμπλευση ως μία λογική, ασφαλής και ελκυστική κατάσταση (Heywood, 2007, σελ.557).
Αν μπορούσαμε σε θεωρητικό επίπεδο να εξαιρέσουμε κάποιες ήδη υφιστάμενες και επαπειλούμενες για τον φιλελευθερισμό ιδεολογίες, όπως του φονταμενταλισμού, του ακραίου εθνικισμού, του σωβινισμού, του φασισμού και του συντηρητισμού (ιδεολογίες οι οποίες συνεχώς εξαπλώνονται) και πάλι θα βλέπαμε πως ούτε τότε θα μπορούσε να επιτευχθεί μια τέλεια δομημένη κοινωνία για όλους. Η επίτευξη της “καλής κοινωνίας” είναι πολύ δύσκολο να υλοποιηθεί διότι δεν μπορούν να ικανοποιηθούν τα συμφέροντα των μεγάλων κοινωνικών ομάδων επί ίσοις όροις. Όπως αναφέρει ο Heywood «Παρά την αναμφισβήτητη ισχύ και αποτελεσματικότητα που έχει επιδείξει η καπιταλιστική αγορά, σίγουρα δεν μπορεί να ειπωθεί πως ο καπιταλισμός έχει αντιμετωπίσει με τον ίδιο τρόπο όλες τις κοινωνικές τάξεις ή σε όλα τα άτομα» (Heywood, 2007, σελ.557-559). Συνεπώς οι ιδεολογικές συγκρούσεις και οι διαμάχες που προκύπτουν από αυτές είναι αδύνατον να έχουν φτάσει στο “Τέλος της Ιστορίας”, όπως φιλελεύθεροι στοχαστές σαν τον Φουκουγιάμα οραματίστηκαν σε ένα παγκοσμιοποιημένο φιλελεύθερο περιβάλλον, αφού έχει αποδειχθεί ότι ο κόσμος εξελίσσεται μέσα από συγκρούσεις και ιδεολογικές αναμετρήσεις. Η ιστορία της ανθρωπότητας είναι εξελικτική και δεν πρόκειται να σταματήσει ποτέ. Το Τέλος της Ιστορίας ίσως να μην είναι το τέλος του σοσιαλισμού – μαρξισμού και η κατά κράτος νίκη του φιλελευθερισμού. Το Τέλος της Ιστορίας ίσως να είναι το τέλος του δίπτυχου μαρξισμός – φιλελευθερισμός και εν τέλει η επικράτηση ως μοναδικής ιδεολογίας εκείνης του εθνικισμού‧ ενός εθνικισμού ο οποίος θα εμπεριέχει ακραίες ιδεολογικές τάσεις σαν τις προαναφερθείσες.
Στην εποχή μας υπάρχει πολύ διαδεδομένη η αίσθηση της κρίσης, του φόβου και μιας αδιόρατης επερχόμενης καταστροφής. Το παράδοξο, θα μπορούσε να σκεφτεί κάποιος, είναι ότι παρόλο που αυτός ο φόβος πλανιόνταν ανάμεσα στους δύο παγκοσμίους πολέμους αλλά και την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου με την απειλή του πυρηνικού ολέθρου, υπήρξε, εκείνη την περίοδο του μέσου του 20ου αιώνα, ανεπτυγμένη η σύγκρουση των ιδεολογιών. Νέα ιδεολογικά ρεύματα όπως ο φεμινισμός έκαναν την εμφάνισή τους, ενώ μια νεολαία σε αναβρασμό γυρνούσε άκομψα την πλάτη στο φιλελεύθερο κράτος πρόνοιας φλερτάροντας άγαρμπα όχι μόνο με τον μαρξισμό αλλά και με τον αναρχισμό. Η επικράτηση ενός ιδεολογικού και φιλοσοφικού οργασμού γύρω από την ισότητα, τη δικαιοσύνη και την ελευθερία κάλυπτε τη σκέψη των ανθρώπων, που είχαν βιώσει τη φρίκη δύο παγκοσμίων πολέμων, αλλά ιδίως της νεολαίας.
Σήμερα, χωρίς ιδιαίτερο μόχθο για τον σύγχρονο άνθρωπο και εντός μιας σχετικά ικανοποιητικής καταναλωτικής δυνατότητας για τους περισσότερους, δεν λείπει τίποτα το βασικό από την πλειοψηφία των πολιτών, κυρίως του ανεπτυγμένου κόσμου. Με ίσο το δικαίωμα στον πλουτισμού και στην ευδαιμονία, το όραμα του καθενός για να επιτευχθεί θα πρέπει να περάσει μέσα από το πνεύμα και τον ανταγωνιστικό μονόδρομο του νεοφιλελευθερισμού αφήνοντας, βέβαια, κατακερματισμένες τις εργατικές σχέσεις στις εικονικές social μιντιακές κοινωνίες και ιδεολογικά κενά. Όπως αναφέρει ο Heywood «Τέτοιες εξελίξεις θέτουν σημαντικά προβλήματα για την ιδεολογία. Υπό αυτό το φως, η ιδεολογία μπορεί να θεωρηθεί πως ανήκει σε έναν πρότερο και απλούστερο καιρό, έναν καιρό όταν ήταν ακόμη δυνατόν να αναπτυχθούν συνεκτικές λύσεις σε προσδιορίσιμα προβλήματα» (Heywood, 2007, σελ.563)
Για ποια ιδεολογία, λοιπόν, μιλάμε σήμερα; Στον βωμό της προάσπισης της ατομικότητας μήπως οδηγούμαστε στην ιδεολογία της μη ιδεολογίας; Στην σημερινή εποχή των social media και του διαδικτύου ο μέσος άνθρωπος δρα, κυρίως, στείρος ιδεολογιών ακροβατώντας σε ένα πλαίσιο μεταξύ αληθινής και εικονικής πραγματικότητας και του αγώνα του για επιβίωση. Μέσα από εκεί μπορεί να οδηγηθεί στην ανάπτυξη μιας περαιτέρω κοινωνικής ευρύτητας, σε έναν κύκλο ομοίου κοινωνικού υποστρώματος, πέραν του επαγγελματικού και του οικογενειακού. Όταν το βλέμμα του συναντήσει την επιθυμητή συμβατότητα με αυτό που διερευνά, θα προσπαθήσει μέσα από την αλληλεπίδραση να μοιραστεί τα κοινά σημεία σύγκλησης. Ποια είναι αυτά; Η γλώσσα, η θρησκεία, η φυλή, η κοινή ιστορία, η κοινή γεωγραφική καταγωγή, κ.α. παρόμοια. Όλα τα παραπάνω δεν είναι άλλα από τα χαρακτηριστικά της εθνότητας, τα οποία αν και απουσία πολιτικού ιδεολογικού ερείσματος, εντάσσονται από μόνα τους ως τα βασικά στοιχεία της ιδεολογίας του εθνικισμού.
Επίλογος
Πράγματι, όπως αναφέρει ο Λεχ Βαλέσα, αναφερόμενος στις ιδεολογίες, «όλα αυτά έχουν τελειώσει». Αποτελούν πια παρελθόν και οι νεοκομμουνιστικές αλλά και οι νεοκαπιταλιστικές ιδέες. Όντως, ο κόσμος πρέπει να δομηθεί ξανά επάνω σε νέες αρχές. Σε νέες ιδεολογίες οι οποίες, καταρχάς, θα εξαιρούν κάθε τι ακραίο όπως τον σωβινισμό, τον φασισμό, τον εθνικισμό και τον φονταμενταλισμό. Τις ιδεολογίες και την πολιτική ιδεολογική σκέψη τις χρειαζόμαστε, όχι όμως ιδεολογίες οι οποίες βρίσκονται στο φάσμα της ακρότητας.
Η παγκοσμιοποίηση αποτελεί απειλή για την πολιτική ιδεολογία έχοντας σημαντικό αντίκτυπο επάνω σε αρκετές ιδεολογικές παραδόσεις Αυτή η παγκόσμια συνδεσιμότητα δημιουργεί αβεβαιότητα και εγκυμονεί κινδύνους για τις έως τώρα σταθερές αξίες και πραγματικότητες όπως είναι μία εξ αυτών και η ιδεολογική σκέψη (Heywood, 2007, σελ.562-563). Παρόλα αυτά, ο άνθρωπος οφείλει να προσαρμόσει τη νέα πραγματικότητα της παγκοσμιοποίησης και του κυβερνοχώρου, η οποία αναμφισβήτητα λύνει προβλήματα ζωτικής σημασίας κάνοντας τη ζωή μας πιο εύκολη (π.χ. το ζήτημα της απόστασης ή της άμεσης συνεύρεσης-επικοινωνίας και λήψης αποφάσεων), στα αρχέγονα χαρακτηριστικά του ανθρώπου ως πολιτική υπόσταση. Αυτά δεν είναι άλλα από τη συμμετοχική δημοκρατία, την ειλικρίνεια, την αξιοκρατία, την αλήθεια, τα υγιή ιδανικά, τον σεβασμό της λαϊκής κυριαρχίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και όχι των ακροτήτων. Ο καπιταλισμός σήμερα θεωρείται ότι μονοπωλεί τις ιδεολογικές ανησυχίες. Λειτουργεί, δηλαδή, σαν το αντίπαλο δέος. Στην πραγματικότητα δεν υπήρξε ποτέ μόνος, ούτε φαίνεται ότι θα πρωταγωνιστήσει μόνος στο Τέλος της Ιστορίας, αφού οι αντίθετες ιδεολογίες θα σταθούν απέναντί του και αυτές με τη σειρά τους θα βρεθούν ξανά σε μια συνεχή πάλη επικράτησης. Η ιστορία δεν τελειώνει, αλλά επαναλαμβάνεται!
Βιβλιογραφία
Hall Stuart - Held David - McGrew Anthony, Η Νεωτερικότητα σήμερα - Οικονομία, Κοινωνία, Πολιτική, Πολιτισμός, μτφρ. Θανάσης Τσακίρης, εκδ. Σαββάλας, Αθήνα 2010
Hall Stuart – Gieben Bram, Η Διαμόρφωση της Νεωτερικότητας - Οικονομία, Κοινωνία, Πολιτική, Πολιτισμός, μτφρ. Θανάσης Τσακίρης/Βίκτωρ Τσακίρης, εκδ. Σαββάλας, Αθήνα 2003
Heywood Andrew, Πολιτικές ιδεολογίες, μτφρ. Χαρίδημος Κουτρής, εκδ. Επίκεντρο, Αθήνα 2007
Kuhn S. Thomas, Η Δομή των Επιστημονικών Επαναστάσεων, μτφρ. Γ. Γεωργακόπουλος-Β. Κάλφας, εκδ. Σύγχρονα Θέματα, Αθήνα 1997