«Η ειδική σχέση της Βενετίας με το Βυζάντιο από τον 10 έως τον 12ο αιώνα».

2020-01-18 12:00

Εισαγωγή

      Από τον 9ο έως τον 12ο αιώνα η σχέση της Βενετίας με τη Βυζαντινή αυτοκρατορία πέρασε από πολλά στάδια∙ εκείνο της υποτέλειας της Βενετίας, της συμμαχίας, του συνεταιρισμού και τέλος, εκείνο του μίσους και της διάσπασης. Σε αυτή τη μακρά ιστορική περίοδο πρωτοστάτησε το ενδιαφέρον του Βυζαντινού αυτοκράτορα για την προσκόλληση της Βενετίας, ως ένας από τους σημαντικότερους συμμάχους αλλά και φύλακες των δυτικών παρυφών της αυτοκρατορίας, ο οποίος ανά πάσα ώρα θα έπρεπε να είναι διατεθειμένος να προσφέρει τη βοήθειά του. Από την άλλη, μεριά, το νεοσυσταθέν Βενετικό βασίλειο, το οποίο δημιουργήθηκε μέσα στη Βυζαντινή αυτοκρατορία και στη συνέχεια μετασχηματίστηκε ως δημοκρατία της Ιταλικής χερσονήσου έπαιξε σημαντικότατο ρόλο ως μία νέα ισχυρή ναυτική και εμπορική δύναμη στη Μεσόγειο.

  1. Η ειδική σχέση της Βενετίας με το Βυζάντιο έως τον 10 αιώνα.

      Η Βενετία υπήρξε η πόλη-κράτος των αντιθέσεων και των αμφιταλαντεύσεων μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Ενώ οι Φράγκοι την ήθελαν υποτελή τους και οι Βυζαντινοί δέσμιά τους, στην πραγματικότητα δεν ανήκε σε κανέναν από τους δύο (Nicol 2015, σελ. 42). Καθώς ο όγκος της αυτοκρατορίας ήταν μεγάλος, οι Βυζαντινοί με γνώμονα το εμπόριο έμελλε να καθιερώσουν τη Βενετία ως έναν σημαντικό σταθμό εποπτείας των δραστηριοτήτων των υποτελών λαών της. Έτσι, η Βενετία βρέθηκε σε ευνοϊκή θέση μέσα στην αυτοκρατορία παίζοντας το ρόλο του διαμεσολαβητή ανάμεσα στους δύο πόλους ενώ  αποκτά σεβασμό αλλά και μία εξ’ αποστάσεως σχέση με την Κωνσταντινούπολη.

      Η υποχρέωσή της ήταν η παροχή των υπηρεσιών της ως πιστός σύμμαχος του αυτοκρατορικού στόλου, όποτε αυτό ζητούνταν (Nicol 2015, σελ. 45). Από την άλλη, θα απολάμβανε τα προνόμια του βυζαντινού αυτοκράτορα καθώς και σημαντικότερες ανταμοιβές, εν σχέσει με εκείνες των Φράγκων, όπως την ενσωμάτωση και την ασφάλεια που θα της παρείχε το Βυζάντιο. Παρόλα αυτά, όμως, αν και το βυζαντινό κράτος προσδοκούσε την πιστή υποταγή της Βενετίας και την ανάδειξη της ευγνωμοσύνης της με πράξεις και δράσεις μόνο κατ’ εντολή του αυτοκράτορα, οι Βενετοί επιζητούσαν και  επιδίωκαν να δρουν ανεξάρτητοι προβαίνοντας σε μονομερείς κινήσεις. Μία τέτοια, η οποία θα άφηνε και το στίγμα της Βενετίας ως σοβαρής ναυτικής δύναμης, που δεν θα υπόκεινται σε προσταγές παρά σε ανάληψη δράσης κατά το δοκούν, ήταν η αρπαγή των ιερών λειψάνων του Αγίου Μάρκου από την Αλεξάνδρεια το 828. Η μετακομιδή των λειψάνων στη Βενετία, όπως επισημαίνει ο Danid Nicol, «ήταν έργο κατάφορης πειρατείας, που διέπραξαν κάποιοι Βενετοί ναυτικοί, οι οποίοι μόλις λίγα χρόνια πρωτύτερα διαβεβαίωναν τον αυτοκράτορα ότι δεν θα ταξίδευαν στις χώρες των απίστων» (Nicol 2015, σελ. 48).

      Η απόκτηση των λειψάνων θεωρούνταν για τους Βενετούς πράξη με ιερή αποστολή δίχως επιπτώσεις.  Εκτός από τις βυζαντινές δωρεές λειψάνων που έκανε ο αυτοκράτορας, είτε ως απόδειξη της ευγνωμοσύνης του για τις υπηρεσίες της Βενετίας σε μια έκκληση της αυτοκρατορίας προς αυτήν, είτε με σκοπό να δελεάσει τους Βενετούς για μια συμμαχική στήριξη την οποία θα ζητούσε και θα περίμενε από αυτούς, οι Βενετοί προέβησαν αρκετές φορές σε παρόμοιες κλοπές λειψάνων δρώντας αυτοβούλως.

      Η πρώτη αφορμή για έκκληση βοήθειας των βυζαντινών προς τη Βενετία στάθηκε η αραβική επέκταση στον νότο της Ιταλικής χερσονήσου και έγινε από τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Β΄ το 828. Αυτή ήταν η πρώτη ένοπλη ανάμειξη-συμμαχία των Βενετών σε βυζαντινό αίτημα διότι δεν ήθελαν επουδενί να δουν αυτές τις περιοχές υπό αραβική κυριαρχία.  Όμως αυτές οι πρώτες ναυτικές συμμαχικές απόπειρες απέτυχαν και οι άραβες επικράτησαν στην Αδριατική και επεκτάθηκαν απέναντι, στις δαλματικές ακτές. Οι Βενετοί διαπίστωσαν, αφού έχασαν 60 πλοία με 12.000 στρατιώτες, ότι έπρεπε να δρουν αυτόνομα και όχι κατά παραγγελία του βυζαντινού αυτοκράτορα (Nicol 2015, σελ. 52). Έτσι συνήψαν μονομερή ανακωχή με τους άραβες και παράλληλη συνθήκη με τους Φράγκους, το 840, χωρίς να ενημερώσουν τους κύριους συμμάχους τους, τους βυζαντινούς. Ο δρόμος προς τη χειραφέτηση της Βενετίας ήταν ανοιχτός. Θα κατέβαλλαν έναν ετήσιο φόρο υποτέλειας, ενώ ταυτόχρονα θα επιβεβαιωνόταν η κυριότητα των περιοχών τους και κατ’ επέκταση των περιοχών που ενδεχομένως θα καταλάμβαναν με αντάλλαγμα την προστασία του Φραγκικού βασιλείου από επιδρομές και επιθέσεις (Nicol 2015, σελ. 53).

       Η Βενετία μπορεί να παρέμενε θεωρητικά υποτελής στους Φράγκους και υπηρέτης του Βυζαντίου αλλά αυτές οι εξελίξεις άνοιγαν τον δρόμο προς τη χειραφέτηση της, ως μια ανεξάρτητη και μεγάλη δύναμη, εν μέσω δύο διαφορετικών κόσμων, οι οποίοι αναμετρούνταν επαπειλούμενοι και αυτή θα ήταν σε θέση να τους συνδράμει. Το βέβαιο ήταν ότι η βυζαντινή κοσμοθεωρία, με την αρχή μιας παγκόσμιας αυτοκρατορίας ορισμένης από τον Θεό, πολύ δύσκολα θα δεχόταν την ύπαρξη ανεξάρτητων κρατιδίων, σαν της Βενετίας, εντός της επικράτειάς της (Nicol 2015, σελ. 54). Αντιθέτως οι Φράγκοι, πολύ πιο εύκολα από τους Βυζαντινούς αποδέχτηκαν τη Βενετική ανεξαρτησία.

      Η πλήρης, όμως, αυτοεξουσιότητά της ως πόλη-κράτος ανάγεται στην εποχή του δόγη Πιέτρο Τριμπούνο (888-912) στα τέλη του 10ου αιώνα, όταν η πόλη οχυρώθηκε με τείχη και αναπτύχθηκε η πατριωτική συνείδηση των Βενετών. (Nicol 2015, σελ. 62). Ο δόγης Πιέτρο διατήρησε τις καλές πατροπαράδοτες σχέσεις με το Βυζάντιο, ενώ σε μια κίνηση αναγνώρισης ο αυτοκράτορας Λέων ΣΤ΄ του απένειμε τον ανώτατο τίτλο τιμής, του πρωτοσπαθάριου, δηλαδή, του επικεφαλής των στρατιωτικών υπηρεσιών στο παλάτι (Nicol 2015, σελ. 62). Έως τα μέσα του 10ου αιώνα υπήρξε σύμπνοια μεταξύ Βυζαντίου και Βενετίας. Οι διάδοχοι του Πιέτρο, Όρσο Β΄(912-932), Πιέτρο Β΄(932-939) και Πιέτρο Γ΄(942-959) διορίστηκαν, επίσης, πρωτοσπαθάριοι από τους αυτοκράτορες Λέοντα ΣΤ΄ και Κωνσταντίνο Ζ΄.

       Ο επόμενος δόγης, Πιέτρο Δ΄, έμελλε να κάνει την κυριαρχία της Βενετίας ιδιαίτερα αντιληπτή προκαλώντας δυσθυμία στους Βυζαντινούς (Nicol 2015, σελ. 63). Είχε αυταρχική συμπεριφορά και γύρισε την πλάτη στους Βυζαντινούς αυτοκράτορες προσεγγίζοντας τους Φράγκους, ενώ παράλληλα ανέπτυξε σχέσεις εμπορίας με τους Άραβες, κάτι το οποίο είχαν απαγορεύσει οι προκάτοχοί του ύστερα από βυζαντινή απαίτηση. Ο Ιωάννης Α΄ Τσιμισκής, αν και σφετεριστής του θρόνου του Νικηφόρου Φωκά, ήθελε να συνεχίσει την στρατηγική του προκατόχου του για την ανακατάληψη πολλών ανατολικών περιοχών από τους Άραβες, οπότε διαμαρτυρήθηκε έντονα εκφράζοντας τη δυσαρέσκειά του για αυτές τις δοσοληψίες των Βενετών συμμάχων του με τους Άραβες (Nicol 2015, σελ. 63-64).

  1. 11ος αιώνας. Μια ισχυρή συμμαχία.

      Μετά από μακρά και συνεχή πολιτική αστάθεια στα τέλη του 10ου αιώνα, οι Βενετοί αντιλήφτηκαν αυτόν τον παραλογισμό, και έκαναν μία νέα αρχή με τον δόγη Πιέτρο Β΄Ορσέολο (991-1008). Διπλωματική μορφή ο Πιέτρο Β΄, συνήψε συμφωνίες τόσο με τη Δύση όσο και με τη Βυζαντινή αυτοκρατορία, θεωρώντας το εμπόριο ως πόλο ζωτικής σημασίας για τη Βενετία (Nicol 2015, σελ. 66). Η Βενετία και το Βυζάντιο συνήψαν συμφωνίες που δεν είχαν ξαναγίνει στο παρελθόν. Ο Βασίλειος Β΄ εξέδωσε χρυσόβουλο, δηλαδή προνόμια που χάριζε ο αυτοκράτορας, για τα οποία ο δόγης θα ήταν ευγνώμων. Το χρυσόβουλο του 992 καθόριζε το δασμολόγιο με την αυτοκρατορία με σημαντικά μειωμένους φόρους για τη Βενετία και άνευ γραφειοκρατίας (Nicol, σελ. 68). Η Βενετία θα ήταν το πιο ευνοημένο κράτος για την αυτοκρατορία ελπίζοντας ότι οι Βενετοί θα συνέχιζαν να συμπεριφέρονται ως αξιόπιστοι σύμμαχοι. Ένα σημαντικό γεγονός για το οποίο ο Βασίλειος Β΄ ήταν ευγνώμων προς τους Βενετούς και μέσω του οποίου αποδείκυαν την αφοσίωσή τους στον αυτοκράτορα ήταν όταν οι Βενετοί έσωσαν αυτόκλητοι το Μπάρι, το 1004 σε μια επανεμφάνιση της αραβικής απειλής, ενόσω τα στρατεύματα του Βασιλείου Β΄ ήταν απασχολημένα με την εξέγερση της επαναστατημένης Βουλγαρίας.

      Ο 11ος αιώνας αποτέλεσε την ιστορική περίοδο μετατόπισης της ισορροπίας δυνάμεων από την Ανατολή προς τη Δύση (Nicol 2015, σελ. 79). Την περίοδο αυτή οι σχέσεις Βενετίας-Βυζαντίου συνέχισαν να βασίζονται στην καλή μακρά περίοδο αλλά παράλληλα και στον ρεαλισμό. Οι Βενετοί αναγνώριζαν τον σημαντικό ρόλο που έπαιζαν τα Βυζαντινά λιμάνια για το εμπόριο και επιθυμούσαν να διατηρηθεί αυτή η συμμαχική σχέση κάτω από τη Βυζαντινή ομπρέλα προστασίας.

      Μετά το 2ο μισό του 11ου αιώνα η Βυζαντινή αυτοκρατορία έφτασε στο ναδίρ της την καθοριστική χρονιά 1071. Από τη μία η ταπεινωτική ήττα από τους Σελτζούκους Τούρκους στο Μαντζικέρτ και από την άλλη η κατάληψη του Μπάρι από τους Νορμανδούς και τον ιδιοφυή ηγέτη τους Ροβέρτο Γυισκάρδο, οι οποίοι είχαν στραφεί ανοιχτά πλέον κατά του παπισμού αλλά και κατά της ίδιας της Κωνσταντινούπολης (Nicol 2015, σελ. 82). Ο νέος αυτοκράτορας Μιχαήλ Ζ΄ χωρίς να έχει άλλα περιθώρια, πλην της διπλωματίας, προσέγγισε τους Νορμανδούς. Με σκοπό την επιγαμία οδήγησε σε αρραβώνα  την κόρη του με τον γιο του Γυισκάρδου. Παράλληλα προσέγγισε τον παπισμό με πρόταση άρσης του Σχίσματος των δύο εκκλησιών υπό την εξουσία της Ρώμης. Πριν προλάβουν να υλοποιηθούν τα σχέδια, τα οποία ίσως να άλλαζαν τον ιστορικό ρου, ο Μιχαήλ Ζ΄ εκθρονίστηκε από τον Νικηφόρο Γ΄. Ο πάπας αντιμετώπισε τον νέο αυτοκράτορα ως σφετεριστή και υπό τις ευλογίες του ενεθάρρυνε τις Νορμανδικές βλέψεις για την κατάκτηση του Βυζαντίου, προς αποκατάσταση, υποτίθεται, της αδικίας.

      Βυζαντινοί και Βενετοί για άλλη μία φορά έδρασαν από κοινού, αφού σε κανέναν δεν ήταν αρεστή μία Νορμανδική επικράτηση στην Αδριατική, η οποία θα σήμαινε κατ’ επέκταση την διείσδυση τους στην ενδοχώρα. Οι Βενετοί ανέλαβαν δράση στο πλευρό του αυτοκράτορα υπερασπίζοντας τις Βυζαντινές κτήσεις και τελικά κατατρόπωσαν τους Νορμανδούς, σώζοντας την αυτοκρατορία στα τέλη του 11ου αιώνα. Ο αυτοκράτορας Αλέξιος Α΄ Κομνηνός το 1082 εξέδωσε χρυσόβουλο τιμώντας με πρωτόγνωρα προνόμια τη Βενετία. Η σχέση Βενετίας-Βυζαντίου τον 11ο αιώνα και των αρχών του 12ου εκπορεύονταν από το Βυζάντιο ως διευθύνων εταίρος και προμηθευτής των αγαθών προς τον πιστό σύμμαχο της αυτοκρατορίας (Nicol 2015, σελ 99).

  1. Α΄ Σταυροφορία. Οι επιπτώσεις στις σχέσεις Βενετίας-Βυζαντίου.

      Το 1096, όταν ο πάπας Ουρβανός Β΄ κάλεσε τους χριστιανούς να απελευθερώσουν τους Άγιους Τόπους από τους μουσουλμάνους,  η Βενετία αρχικά έμεινε αμέτοχη και μόλις το 1099 βλέποντας τα οφέλη που αποκόμιζαν οι άλλες δυνάμεις συμμετείχε στην Α΄ Σταυροφορία. Αφορμή στάθηκε η ανακομιδή των λειψάνων του Αγίου Νικολάου των Μύρων από τη Μικρά Ασία στη Βενετία (Nicol 2015, σελ. 105). Η εξέλιξη της Α΄ Σταυροφορίας υπήρξε καταλυτική για τις σχέσεις Βενετίας-Βυζαντίου και οδήγησε σε χωριστούς δρόμους.

      Το έναυσμα της διχόνοιας των δύο πρώην συμμάχων δόθηκε όταν ο αυτοκράτορας Αλέξιος Α΄ Κομνηνός ευνόησε τη Γένοβα και παραχώρησε το 1111 σημαντικά προνόμια στην Πίζα με χρυσόβουλο, αφού στήριξαν έμπρακτα την αυτοκρατορία στις αναμετρήσεις της Α΄ Σταυροφορίας και δεν μπορούσαν να μείνουν χωρίς ανταλλάγματα. Αυτές οι δημοκρατίες της Ιταλικής χερσονήσου διακατέχονταν από έντονο ανταγωνιστικό πνεύμα με τη Βενετία και οι Βενετοί, για να δείξουν την ενόχλησή τους, άρπαξαν από την Κωνσταντινούπολη τα λείψανα του Αγίου Στεφάνου (Nicol 2015, σελ. 110). Οι σχέσεις της Βενετίας με την αυτοκρατορία  κλονίστηκαν ακόμη περισσότερο, όταν ανέβηκε στο θρόνο ο Ιωάννης Β΄ Κομνηνός. Οι Βενετοί, τότε, ανέλαβαν ρόλο σταυροφόρου στην Ανατολή με στόχο να πάρουν την εκδίκησή τους από τους Βυζαντινούς (Nicol 2015, σελ. 113). Έτσι, μεταξύ άλλων, το 1123 πολιόρκησαν την Κέρκυρα, το 1124 λεηλάτησαν τη Ρόδο και το 1125 άρπαξαν τα λείψανα του Αγίου Ισιδώρου από τη Χίο.

       Οι συνέπειες της Α΄ Σταυροφορίας ήταν η αναζωπύρωση του μίσους μεταξύ του χριστιανικού και μουσουλμανικού κόσμου, η όξυνση των ανταγωνισμών και η παρουσία της χριστιανοσύνης στην εγγύς Ανατολή με τις καταλήψεις σημαντικών πόλεων όπως των Ιεροσολύμων και της Αντιόχειας από τα σταυροφορικά στρατεύματα και η ανεπανόρθωτη κρίση που σημειώθηκε ανάμεσα στους δύο πρώην συμμάχους, τη Βενετία και τη Βυζαντινή αυτοκρατορία.

Συμπέρασμα

      Η Βενετία μεγάλωσε ως επαρχία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας και με την πάροδο των ετών έπαιξε τον ρόλο του ρυθμιστή, παγιώνοντας την ισχυρή της θέση ως ναυτική δύναμη στη Μεσόγειο. Για πολλούς αιώνες υπερασπίστηκε τη Βυζαντινή αυτοκρατορία και τον χαρακτήρα της. Αρχικά, ως υποτελής στον Βυζαντινό αυτοκράτορα, εν συνεχεία αυτονομήθηκε και αργότερα μεταβλήθηκε σε έναν από τους κυριότερους συμμάχους και συνεταίρους του Βυζαντινού κράτους. Το έναυσμα για την τελική αναμέτρηση των δύο διαφορετικών πολιτικών και πολιτισμικών οντοτήτων έδωσε η Α΄ Σταυροφορία, η οποία  έδρασε ως καταλύτης για τους χωριστούς δρόμους που ακολούθησαν πλέον οι δύο πρώην σύμμαχοι και αφού προηγήθηκε μία συμφεροντολογική αλληλεξάρτηση τριών αιώνων. 

Βιβλιογραφία

Mango Cyril,  Βυζάντιο, η αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης, μτφρ. Δημήτρης Τσουγκαράκης, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 2017.

 

Nicol M. Donald, Βυζάντιο και Βενετία, μτφρ. Χριστίνα-Αντωνία Μουτσοπούλου, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 2015.