Η αναπαράσταση του υποκειμένου και του κόσμου στη νεωτερική ποίηση του 20ου αιώνα: Γκέοργκ Τρακλ και Τ. Σ. Έλιοτ.

2016-04-20 21:26

Η αναπαράσταση του υποκειμένου και του κόσμου στη νεωτερική ποίηση του 20ου αιώνα: Γκέοργκ Τρακλ και Τ. Σ. Έλιοτ.

1.     Παρουσιάστε τα βασικά χαρακτηριστικά της νεωτερικής ποίησης του 20ου αιώνα. Εντοπίστε συνοπτικά τις καταβολές της από την ποίηση του 19ου αιώνα, επισημαίνοντας ομοιότητες και διαφορές με την ποίηση του ρομαντισμού.

2.     Αφού μελετήσετε τα ποιήματα «Γκρόντεκ» του Γκέοργκ Τρακλ και «Η ταφή του νεκρού» του Τ. Σ. Έλιοτ, συγκρίνετε τον τρόπο με τον οποίο τα ποιήματα απεικονίζουν τον εύθραυστο εσωτερικό κόσμο του νεωτερικού υποκειμένου καθώς έρχεται σε επαφή με την εξωτερική πραγματικότητα, με άξονα τη λειτουργία του χρόνου και της μνήμης στα δύο ποιήματα.

 

 

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΟΥΜΑΝΑΚΟΣ (ΑΜ 094157)

Απρίλιος  2016

 

 

Εισαγωγή

            Η νεωτερικότητα του 20ου αιώνα, μια εποχή πολυεπίπεδη και συνεχούς εξέλιξης την οποία διανύουμε έως σήμερα, δεν θα μπορούσε να αφήσει ανεπηρέαστες τις τέχνες και την εξέλιξη της λογοτεχνίας, η οποία μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα. Ο μοντερνισμός που επικρατεί τον 20ο αιώνα θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως η προσπάθεια απαγκίστρωσης από τον ρεαλισμό και παράλληλα ως η καλλιτεχνική τάση η οποία μέσα από την έκφραση της κρίσης του αστικού πολιτισμού στις αρχές του 20ου αιώνα, έθεσε τα θεμέλια της μοντέρνας εποχής. Στην παρούσα εργασία θα προσπαθήσουμε να παρουσιάσουμε τα βασικά χαρακτηριστικά της νεωτερικής ποίησης των αρχών του 20ου αιώνα καθώς και τα καλλιτεχνικά ρεύματα των εκφάνσεων του μοντερνισμού τα οποία εξέλιξαν τη λογοτεχνία από την εποχή της ρομαντικής ποίησης επισημαίνοντας ομοιότητες και διαφορές. Στη συνέχεια θα προσπαθήσουμε μέσα από την προσέγγιση των ποιημάτων «Γκρόντεκ» του Γκέοργκ Τρακλ και «Η ταφή του νεκρού» του Τ. Σ. Έλιοτ να συγκρίνουμε τον τρόπο με το οποίο τα ποιήματα αυτά απεικονίζουν τον εύθραυστο ανθρώπινο εσωτερικό κόσμο όταν εκείνος έρχεται σε επαφή με τη σκληρή πραγματικότητα.

1.    Τα χαρακτηριστικά του μοντερνισμού στη λογοτεχνία.

      Ο μοντερνισμός, ως όρος στη λογοτεχνική θεωρία, εμπεριέχει τα ετερογενή λογοτεχνικά κινήματα της περιόδου μεταξύ 1890 – 1925[1] και αποτελεί την αισθητική έκφραση της νεωτερικότητας, η οποία κορυφώθηκε τη δεκαετία του 1920.[2] Η εισαγωγή των μηχανών και οι νέα τεχνολογία, οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι, η Ρωσική επανάσταση, ο Ισπανικός εμφύλιος, οι φιλοσοφικές και επιστημονικές ιδέες (Νίτσε, Φρόιντ, Αϊνστάιν, βιταλιστική φιλοσοφία[3]), η καθιέρωση του καπιταλισμού, η επικράτηση των επιστημών έναντι της θεολογίας και η κορύφωση του ιμπεριαλισμού οδήγησαν στη ρήξη με το παλαιό και παράλληλα ενέτειναν την αίσθηση της ρευστότητας στον κόσμο.[4]

      Η νεωτερική λογοτεχνία οφείλει να εκφράσει το παρόν με την επίδραση του παρελθόντος μέσα από τη μνήμη. Στη ποιητική τακτική εγκαταλείπονται οι παραδοσιακές τεχνικές και προκρίνεται ο ανομοιοκατάληκτος ελεύθερος στίχος και η απρόσωπη γραφή με την απαλοιφή της προσωπικότητας του ποιητή και την απομάκρυνση από το έως τότε ρομαντικό ηρωικό «εγώ».[5] Πέρα από αυτό όμως, η λογοτεχνία της νεωτερικότητας και ιδιαίτερα η νεωτερική ποίηση θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι έχει τις καταβολές της στον ρομαντισμό, εφόσον εκφράζει την ανατροπή μέσω της τέχνης, καθώς ενσκήπτει στην εσωτερικότητα του ανθρώπου και στο παρελθόν του μέσα από τα έργα.[6] Η έμφαση στην ατομική δημιουργικότητα, η αναζήτηση διεξόδων και η καλλιτεχνική ευαισθησία του πνεύματος του ρομαντικού λυρισμού μέσα από τα έργα μιας ολόκληρης γενιάς ρομαντικών δημιουργών όπως ο Σαρλ Μπωντλαίρ (1821-1867), προανήγγειλαν το πνεύμα του μοντερνισμού.

2.    Η εξέλιξη της νεωτερικής ποίησης μέσα από την διαδοχή των λογοτεχνικών ρευμάτων του 19ο αιώνα.

      Η εξέλιξη της ποίησης, τις αρχές του 19ου αιώνα έως και τα τέλη του διένυσε μια διαδρομή μέσα από διάφορες αναζητήσεις που αναφέρονταν στη σχέση του ατόμου με την κοινωνία, του δημιουργού με τις συνθήκες, του πνεύματος με την ανανέωση ή την οπισθοδρόμηση. Από τον άνευ όρων ρομαντικό πεσιμισμό της νοσταλγίας και της σύνθλιψης του υποκειμένου περάσαμε στην πιστή απεικόνιση της πραγματικότητας και στη ρεαλιστική γραφή. Το νέο είδος της λογοτεχνίας που διαδέχτηκε τον ρομαντισμό επιδίωξε να ενσωματώσει τον έξω κόσμο στο κείμενο καταργώντας τον ενθουσιασμό, τον οραματισμό και την προτεραιότητα του εαυτού.[7] Η ανάδειξη του ρεαλισμού πραγματοποιήθηκε ομαλά χωρίς τα χαρακτηριστικά που είχαν συνοδεύσει τον ρομαντισμό στην άνθισή του[8] και πολλοί ήταν εκείνοι οι οποίοι αισθάνθηκαν απελευθερωμένοι από την αντικειμενικότητα της καταγραφής του κόσμου.[9] Η απόδοση της πραγματικότητας όπως πραγματικά ήταν εξελίχθηκε εν συνεχεία στην επίταση του ρεαλισμού, στον νατουραλισμό, και στην απόδοση της πραγματικότητας μέσα στη φύση. Μέσα από αυτή τη διαδρομή η απόλυτη ελευθερία του ρομαντικού δημιουργού, η ανυπακοή σε κανόνες με κύριο οδηγό το συναίσθημα και ο επαναπροσδιορισμός του ανθρώπου είχε πολλές ομοιότητες με το ρεύμα του μοντερνισμού, το οποίο έθεσε τις βάσεις της νεωτερικότητας στη λογοτεχνία ως συνέχεια του ρομαντικού κινήματος. Η διάλυση των διακρίσεων, ο αντιεξουσιαστικός χαρακτήρας του, η μοναδικότητα της ατομικότητας η οποία υπήρξε δυσπρόσιτη στο κοινό που τρεφόταν με προϊόντα μαζικής κουλτούρας και η διεύρυνση του χάσματος μεταξύ υψηλής και λαϊκής τέχνης διαπνέονταν από έναν ρομαντικό άνεμο.   

3.    Το λογοτεχνικό υποκείμενο στην εποχή της νεωτερικότητας.

Στο ποίημα «Γκρόντεκ» παρατηρούμε μία ποιητική παραγωγή με ιδιόμορφο γλωσσικό ύφος σε παρατακτική σύνδεση. «Κάτω από το χρυσό σύγκλαδο της νύχτας και τ’ άστρα /Τρικλίζει ο ίσκιος της αδελφής μες στο σιωπηλό άλσος, /Τα πνεύματα των ηρώων να χαιρετήσει, τις πετρωμένες κεφαλές·» (στ. 13-14).[10] Εν αντιθέσει με το ποίημα «Η Ταφή του νεκρού», του Τ.Σ. Έλιοτ, όπου η πολυφωνία και η ελπίδα για αναγέννηση είναι διάσπαρτη, «Ο Απρίλης είναι ο μήνας ο σκληρός, γεννώντας/ Μες απ’ την πεθαμένη γη τις πασχαλιές, σμίγοντας/ Θύμηση κι επιθυμία, ταράζοντας/ Με τη βροχή της άνοιξης ρίζες οκνές» (στ.1-4), «Κι ήπιαμε καφέ, και κουβεντιάσαμε καμιάν ώρα» (στ. 11),[11] «Η κυρία Σόζοστρις, διάσημη χαρτομάντισσα,/ Ήταν πολύ κρυολογημένη, μολαταύτα/ Λένε πως είναι η πιο σοφή γυναίκα της Ευρώπης» (στ.43-45),[12] στο «Γκρόντεκ» του Γκέοργκ Τρακλ υπάρχει η φωνή της συνείδησης, η οποία διακατέχει όλο το έργο αλλά και οι φωνές των συνειδήσεων των νεκρών. «…Πολεμιστές που πεθαίνουν, το σκοτεινό θρήνο/ Των κομματιασμένων τους στομάτων» (στ. 6-7),[13] χωρίς να έχουμε ποιητικό εγώ. Οι «νεκροί» ίσως είναι οι εκπρόσωποι των «νεκρών – ζωντανών ψυχών» της νεωτερικότητας, οι οραματιστές ενός νέου κόσμου· αυτοί οι οποίοι τόλμησαν να κριτικάρουν τον ορθολογισμό και να στραφούν κατά της βιομηχανοποιημένης και σκληρής ρεαλιστικής αστικής υπαρξιακής μοναξιάς· εκείνοι οι οποίοι τόλμησαν να στραφούν κατά της σύγχρονης σήψης.. «Όλοι οι δρόμοι εκβάλλουν σε μαύρη σήψη» (στ. 11).[14]

      Η επίδραση του παρελθόντος στο παρόν, είναι διάχυτη  στο «Η ταφή του νεκρού», μέσα από τη συλλογική μνήμη· ωστόσο ο Έλιοτ την εκφράζει στο παρόν, σε ανομοιοκατάληκτο στίχο, χρησιμοποιώντας έναν από τους κύριους θεματικούς τύπους της έκφρασης του μοντερνισμού. «Και σαν ήμασταν παιδιά, μέναμε στου αρχιδούκα,/ Του ξάδερφου μου, με πήρε με το έλκηθρο,/ Και τρόμαξα και έλεγε, Μαρία,/ Μαρία, κρατήσου δυνατά. Και πήραμε την κατηφόρα./ Εκεί νιώθεις ελευθερία, στα βουνά./ Διαβάζω, σχεδόν όλη νύχτα, και πηγαίνω το χειμώνα στο νότο.» (στ. 13-18). [15] Θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί αυτό το έργο του Έλιοτ ως καλά προσεγμένο μέσα στα τεχνικά πλαίσια που ορίζει η μοντερνική ποίηση, αφού έχουμε άλλο ένα χαρακτηριστικό της αφηγηματικής τεχνικής του μοντερνισμού, τη ροή της συνείδησης μέσα από εσωτερικούς μονολόγους. 

      Ας επιστρέψουμε όμως στο «Γκρόντεκ» το οποίο θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε ως έναν καταγγελτικό λόγο απέναντι στον πόλεμο και όχι μόνο. Το νεωτερικό υποκείμενο μέσα από αυτή την ποιητική καταγραφή απεικονίζει την υπαρξιακή μοναξιά, το ακατανόητο  και την αίσθηση του τέλους από την οποία διακατέχεται ο κόσμος στις αρχές του 20ου αιώνα και στην οποία αυτή αίσθηση εντάσσεται ο εξπρεσιονισμός.[16] Με ετερόκλητες και ενίοτε αντιφατικές εικόνες σε συνεχή ροή «Το βράδυ αντηχούν τα φθινοπωρινά δάση/ Από φονικά όπλα, τα χρυσά επίπεδα/ Και οι κυανές λίμνες, που πάνωθέ τους ο ήλιος/ Ζοφερότερος κυλάει· αγκαλιάζει η νύχτα..» (στ. 1-4),[17] αντιτίθεται στη φρίκη του πολέμου. Το ποίημα είναι σαν να αντιπροσωπεύει όλους τους ανθρώπους οι οποίοι κλονίστηκαν ψυχικά (με προεξέχοντα τον ίδιο τον Τρακλ), τραυματίστηκαν ή έχασαν βίαια τη ζωή τους εξαιτίας του πολέμου. Στο τίτλο του ποιήματος «Γκρόντεκ» αντηχεί το μακελειό του πολέμου. Μέσα από αυτό το εξπρεσιονιστικό μοντέλο αφήγησης, την καταγραφή της πραγματικότητας χωρίς αναστολές, το μέσον της συναισθησίας είναι παρόν στους έξι πρώτους στοίχους του ποιήματος, εφόσον έχουμε τον ήχο από τους ήχους των όπλων που σκοτώνουν και τον ήλιο που δίνει τη θέση του στη νύχτα εξαιτίας του φονικού, για να αγκαλιάσει τους νεκρούς και να αρχίσει ο θρήνος. Στο «Γκρόντεκ» προβάλλονται στοιχεία που και ο ίδιος ο ποιητής δεν αντιλαμβάνεται, παρά μόνο ασυνείδητα θα τολμούσαμε να πούμε, μέσα από μία τέτοια βιωματική πολεμική φρίκη, απέλπιδα και χωρίς μέλλον. Το νεωτερικό υποκείμενο κατακερματισμένο λειτουργεί ως Κασσάνδρα, προφητεύοντας τη λειψανδρία η οποία υπήρξε μία από τις σοβαρότερες συνέπειες του Α΄ παγκοσμίου πολέμου. «Ω πιο περήφανο πένθος! Χάλκινοι εσείς βωμοί/ Την καυτή φλόγα του πνεύματος τρέφει σήμερα ένας πελώριος πόνος,/ Οι αγέννητοι εγγονοί» (στ. 16-18).[18]

Επίλογος

      Το ρομαντικό κίνημα του 19ου αιώνα το οποίο θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί η μήτρα της νεωτερικής καλλιτεχνικής δημιουργίας του μοντερνισμού, θα τολμούσαμε να πούμε ότι ίσως και να εμφανίστηκε κάτω από μία λογοτεχνική αλλαγή παραδείγματος, αν ορίζαμε ως λογοτεχνικό παράδειγμα την περίοδο από τον Μεσαίωνα ως και τον 18ο αιώνα.[19] Μέσα από τη συσσώρευση των ανωμαλιών[20] – θα λέγαμε εδώ την εμφάνιση λογοτεχνικών ρευμάτων και τάσεις από τον μεσαίωνα έως και τον 18ο αιώνα, περάσαμε στον τρόπο επίλυσής τους, με ζυμώσεις και αλληλεπιδράσεις μεταξύ των λογοτεχνικών ρευμάτων και τέλος την εξασθένιση του ήδη υπάρχοντος παραδείγματος και τη δημιουργία νέου.[21]

      Το νέο παράδειγμα, η νέα έκφραση προβλήθηκε μέσα από το ρεύμα του μοντερνισμού και των εκφάνσεών του όπως ο εξπρεσιονισμός. Τα δύο ποιήματα τα οποία προσπαθήσαμε να προσεγγίσουμε «Γκρόντεκ» του Γκέοργκ Τρακλ, γραμμένο το 1914 και «Η ταφή του νεκρού» του Τ.Σ. Έλιοτ, γραμμένο το 1922, εντάσσονται σε μία εποχή όπου η Ευρώπη είχε αγγίξει το κατώφλι της παρακμής. Η ανθρώπινη στειρότητα και το αδιέξοδο στο οποίο είχε επέλθει ο Ευρωπαϊκός πολιτισμός αποτυπώνονται έκδηλα σε ένα εξπρεσιονιστικό παραλήρημα μέσα από το καθηλωτικό «Γκρόντεκ» απουσία υποκειμένου. Αντιθέτως, στο «Η ταφή του νεκρού» ο Έλιοτ μέσα από την διάσπαρτη υποκειμενική πολυφωνία προσφέρει απλόχερα την ελπίδα για αναγέννηση, κατατάσσοντας το έργο στη νέα αισθητική έκφραση της νεωτερικότητας, τον μοντερνισμό. Το ρεύμα του μοντερνισμού μέσα από αυτό το προκλητικά ιστορικό πρίσμα αλλαγών και ανακατατάξεων ταυτίστηκε εξαρχής με το «νέο» και τη ριζική καινοτομία και πρωτοτυπώντας στην τέχνη έθεσε την υπέρβαση των ορίων.[22]

 

Βιβλιογραφία

 

Βαλλιάνος Περικλής, Οι επιστήμες της φύσης και του ανθρώπου στην Ευρώπη, τόμος Β΄ Η επιστημονική επανάσταση και η φιλοσοφική θεωρία της επιστήμης. Ακμή και υπέρβαση του θετικισμού, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2008.

 

Βλαβιανού Αντιγόνη κ.α., Ιστορία της Ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, Τόμος Β΄, Ιστορία της Ευρωπαϊκής λογοτεχνίας από τις αρχές του 18ου έως τον 20ο αιώνα, Β΄έκδοση, Πάτρα 2008.

 

Έλιοτ Τόμας Στερνς, «Η ταφή του νεκρού», στο Θ.Σ. Έλιοτ, Η έρημη χώρα (1922), μτφρ. Γιώργος Σεφέρης, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα 1991.

 

Trakl Georg, «Γκρόντεκ», στο: Georg Tragl,O Σεμπάστιαν στο όνειρο - Δημοσιεύσεις στο “Brenner” 1914/1915, μτφρ. Έλενα Νούσια, εκδ. Ύψιλον/Βιβλία, Αθήνα 1999.

 

Travers Martin, Εισαγωγή στη νεότερη Ευρωπαϊκή λογοτεχνία από τον Ρομαντισμό ως το Μεταμοντέρνο, μτφρ. Ιωάννα Ναούμ – Μαρία Παπαηλιάδη, εκδ. Βιβλιόραμα, Αθήνα 2005.



[1] Martin Travers, Εισαγωγή στη νεότερη Ευρωπαϊκή λογοτεχνία από τον Ρομαντισμό ως το Μεταμοντέρνο, μτφρ. Ιωάννα Ναούμ – Μαρία Παπαηλιάδη, εκδ. Βιβλιόραμα, Αθήνα 2005, σελ. 415.

[2] Αντιγόνη Βλαβιανού κ.α., Ιστορία της Ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, Τόμος Β΄, Ιστορία της Ευρωπαϊκής λογοτεχνίας από τις αρχές του 18ου έως τον 20ο αιώνα, Β΄έκδοση, Πάτρα 2008, σελ. 240.

[3] Στο ίδιο, σελ. 239: «Βιταλιστική φιλοσοφία είναι η φιλοσοφική θεωρία σύμφωνα με την οποία η ζωή υφίσταται ως ανάγκη ανάπτυξης, αναπαραγωγής και διάχυσης προς τα έξω. Όλα τα έμβια όντα έχουν μέσα τους μία πηγή αιώνιας ζωής με ορμή για τη ζωή».

[4] Στο ίδιο.

[5] Στο ίδιο, σελ. 242.

[6] Στο ίδιο.

[7] Martin Travers, ο.π., σελ. 123.

[8] Στο ίδιο.

[9] Στο ίδιο, σελ. 125.

[10] Georg Trakl, «Γκρόντεκ», στο: Georg Tragl,O Σεμπάστιαν στο όνειρο - Δημοσιεύσεις στο “Brenner” 1914/1915, μτφρ. Έλενα Νούσια, εκδ. Ύψιλον/Βιβλία, Αθήνα 1999, σελ. 187.

[11] Τόμας Στερνς Έλιοτ, «Η ταφή του νεκρού», στο Θ.Σ. Έλιοτ, Η έρημη χώρα (1922), μτφρ. Γιώργος Σεφέρης, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα 1991, σελ. 81.

[12] Στο ίδιο, σελ. 83.

[13] Georg Trakl, ο.π., σελ. 187.

[14] Στο ίδιο.

[15] Τ.Σ. Έλιοτ, ο.π., σελ. 81.

[16] Αντιγόνη Βλαβιανού, ο.π., σελ. 244.

[17] Georg Trakl, ο.π., σελ. 187.

[18] Georg Trakl, ο.π., σελ. 187.

[19] Περικλής Βαλλιάνος, Οι επιστήμες της φύσης και του ανθρώπου στην Ευρώπη, τόμος Β΄ Η επιστημονική επανάσταση και η φιλοσοφική θεωρία της επιστήμης. Ακμή και υπέρβαση του θετικισμού, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2008, σ.201-202. [Σύμφωνα με τον επιστημολογικό τρόπο σκέψης του Thomas Kuhn (1922-1996), του φιλοσόφου ο οποίος προσπάθησε να ερμηνεύσει την επιστήμη και τα στάδιά της ως ιστορικό φαινόμενο, αλλαγή παραδείγματος είναι η συγκρότηση μιας νέας θεωρητικής κανονικότητας. Ως Παράδειγμα ορίζεται το ιστορικό πλαίσιο εντός του οποίου αναπτύσσεται η επιστήμη κάθε εποχής] - εδώ στη θέση της επιστήμης θα τοποθετούσαμε τη λογοτεχνία – [με ερμηνευτικά σχήματα, επιστημονικές προσεγγίσεις, μεθοδολογίες και υποδείγματα από τα μέλη μια επιστημονικής – εδώ λογοτεχνικής κοινότητας].

[20] Στο ίδιο, σελ. 202. [Το Παράδειγμα θέλει και προσπαθεί να διαιωνίσει τα γνωσιολογικά θεσμικά πρότυπα εξασφαλίζοντας μία περίοδο σταθερότητας και εφησυχασμού]. Έτσι και στη λογοτεχνία υπήρξε μία μεγάλη περίοδος σταθερότητας. [Στη συνέχεια όταν υπάρξει κάτι το οποίο αντιβαίνει στο παράδειγμα έχουμε τη συσσώρευση των ανωμαλιών και της ουσιώδους εντάσεως] λυρική/επική ποίηση, κλασικισμός, μπαρόκ, δηλαδή η τριβή που γινόταν για κάποια αλλαγή.

[21] Στο ίδιο, σελ. 201. [Κάθε παράδειγμα έχει τη δική του αλήθεια και διαμορφώνει μια νοοτροπία].Οι αρχές του ουμανισμού και του διαφωτισμού προετοίμαζαν τη λογοτεχνική αλλαγή προς τον ρομαντισμό ως ένα νέο λογοτεχνικό παράδειγμα.

[22] Αντιγόνη Βλαβιανού, ο.π., σελ. 240.

 

 

(ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΠΑΡΑΘΕΤΩ ΤΑ ΔΥΟ ΠΟΙΗΜΑΤΑ)

Γκεοργκ Τρακλ, το ποίημα "ΓΚΡΟΝΤΕΚ"

"Το βράδυ τα δάση τού φθινοπώρου αντηχούν
από θανάσιμα όπλα. Πάνω από τις χρυσές πεδιάδες
και τις λίμνες του γαλάζιου, ο ήλιος
κυλάει πιο σκοτεινός. Η νύχτα αγκαλιάζει
τους πολεμιστές που πεθαίνουν και τον άγριο θρήνο
των τεμαχισμένων στομάτων τους.

Κι όμως, σιωπηλά πάνω απ’ την ιτιά

μαζεύονται κόκκινα σύννεφα που κατοικούνται από έναν θυμωμένο θεό,

το χυμένο αίμα και την ψύχρα του φεγγαριού.
Όλοι οι δρόμοι καταλήγουν στη μαύρη αποσύνθεση.
Κάτω απ’ τα χρυσά κλαδιά της νύχτας και των αστεριών
λικνίζεται μέσα στο ακίνητο άλσος η σκιά μιας αδελφής
για να χαιρετήσει τα πνεύματα των ηρώων, τα ματωμένα κεφάλια.
Και απαλά ηχούν στα καλάμια τα σκοτεινά φλάουτα του φθινοπώρου.
Ω υπερήφανο πένθος! Κι εσείς, ορειχάλκινοι βωμοί
η καυτή φλόγα τών πνευμάτων ταΐζεται τώρα από έναν τρομερό πόνο:
τα αγέννητα εγγόνια."

 

 

Τόμας Έλιοτ, το ποίημα "Η ΤΑΦΗ ΤΟΥ ΝΕΚΡΟΥ"

"Ο Απρίλης είναι ο μήνας ο σκληρός, γεννώντας
Μες απ’ την πεθαμένη γη τις πασχαλιές, σμίγοντας
Θύμηση κι επιθυμία, ταράζοντας
Με τη βροχή της άνοιξης ρίζες οκνές.
Ο χειμώνας μας ζέσταινε, σκεπάζοντας
Τη γη με το χιόνι της λησμονιάς, θρέφοντας
Λίγη ζωή μ’ απόξερους βολβούς.
Το καλοκαίρι μας ξάφνισε καθώς ήρθε πάνω απ’ το Σταρνμπέργκερζε
Με μια μπόρα· σταματήσαμε στις κολόνες,
Και προχωρήσαμε στη λιακάδα, ως το Χόφγκαρτεν,
Κι ήπιαμε καφέ, και κουβεντιάσαμε καμιάν ώρα.
Bin gar keine Russin, stamm’ aus Litauen, echt deutsch.
Και σαν ήμασταν παιδιά, μέναμε στου αρχιδούκα,
Του ξαδέρφου μου, με πήρε με το έλκηθρο,
Και τρόμαξα. Κι έλεγε, Μαρία,
Μαρία, κρατήσου δυνατά. Και πήραμε την κατηφόρα.
Εκεί νιώθεις ελευθερία, στα βουνά.
Διαβάζω, σχεδόν όλη νύχτα, και πηγαίνω το χειμώνα στο νότο.
Ποιες ρίζες απλώνονται γρυπές, ποιοι κλώνοι δυναμώνουν
Μέσα στα πέτρινα τούτα σαρίδια; Γιε του ανθρώπου,
Να πεις ή να μαντέψεις, δεν μπορείς, γιατί γνωρίζεις μόνο
Μια στοίβα σπασμένες εικόνες, όπου χτυπάει ο ήλιος,
Και δε σου δίνει σκέπη το πεθαμένο δέντρο, κι ο γρύλος ανακούφιση,
Κι η στεγνή πέτρα ήχο νερού. Μόνο
Έχει σκιά στον κόκκινο τούτο βράχο,
(Έλα κάτω απ’ τον ίσκιο του κόκκινου βράχου),
Και θα σου δείξω κάτι διαφορετικό
Κι από τον ίσκιο σου το πρωί που δρασκελάει ξοπίσω σου
Κι από τον ίσκιο σου το βράδυ που ορθώνεται να σ’ ανταμώσει
Μέσα σε μια φούχτα σκόνη θα σου δείξω το φόβο.
Frisch weht der Wind
Der Heimat zu,
Mein Irisch KindWo weilest du?
«Μου χάρισες γυάκινθους πρώτη φορά πριν ένα χρόνο·
Μ’ έλεγαν h γυακίνθινη κοπέλα».
—Όμως όταν γυρίσαμε απ’ τον κήπο των Γυακίνθων,
Ήταν αργά, γεμάτη η αγκάλη σου, και τα μαλλιά σου υγρά, δεν μπορούσα
Να μιλήσω, θολώσανε τα μάτια μου, δεν ήμουν
Ζωντανός μήτε πεθαμένος, και δεν ήξερα τίποτε,
Κοιτάζοντας στην καρδιά του φωτός, τη σιωπή.
Oed’und leer das Meer.
Η κυρία Σόζοστρις, διάσημη χαρτομάντισσα,
Ήταν πολύ κρυολογημένη, μολαταύτα
Λένε πως είναι η πιο σοφή γυναίκα της Ευρώπης,
Με μια διαβολεμένη τράπουλα. Εδώ, είπε,
Είν’ το χαρτί σας, ο πνιγμένος Φοίνικας Θαλασσινός,
(Να, τα μαργαριτάρια, τα μάτια του. Κοιτάχτε!)
Εδώ ’ναι η Μπελλαντόνα, η Δέσποινα των Βράχων,
Η δέσποινα των καταστάσεων.
Εδώ ’ναι ο άνθρωπος με τα τρία μπαστούνια, κι εδώ ο Τροχός,
Κι εδώ ο μονόφθαλμος έμπορας, και τούτο το χαρτί,
Τα’ αδειανό, κάτι που σηκώνει στον ώμο,
Που ’ναι απαγορεμένο να το δω. Δε βρίσκω
Τον Κρεμασμένο. Να φοβάστε τον πνιγμό.
Βλέπω πλήθος λαό, να περπατά ένα γύρο.
Ευχαριστώ. Α δείτε την αγαπητή μου Κυρίαν Ισοψάλτου,
Πείτε της πως θα φέρνω τ’ ωροσκόπιο μοναχή μου:
Πρέπει να φυλαγόμαστε πολύ στον καιρό μας."