Η ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΤΟΠΙΚΟΥ ΚΛΗΡΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΑΠΙΣΜΟΥ ΣΤΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ ΤΟΥ ΚΛΗΡΟΥ, ΣΤΙΣ ΑΙΡΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΚΟΣΜΙΚΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ
Έως τα τέλη του 10ου αιώνα το κύρος της εκκλησίας είχε πληγεί εξαιτίας της εμπλοκής της στο φεουδαρχικό σύστημα και της εξάρτησης της από το κοσμικό καθεστώς. Αρκετές εκκλησιαστικές εκτάσεις μετατράπηκαν σε φέουδα. Ορισμένοι επίσκοποι έγιναν υποτελείς κάποιου ισχυρού φεουδάρχη έχοντας τη δυνατότητα να αποκτήσουν με τη σειρά τους δικούς τους υποτελείς. Πολλοί κληρικοί έγιναν χωροδεσπότες, κάνοντας χρήση διοικητικών δικαιωμάτων, έως και κοπή νομίσματος. Οι ιερείς αποσπούσαν χρήματα από τους πιστούς για τη σωτηρία της ψυχής τους.
Έκτοτε, σημειώθηκαν σοβαρές προσπάθειες για τη αποκατάσταση του κύρους της εκκλησίας και την επιστροφή στο πνευματικό και εκκλησιαστικό της έργο. Το έτος 1038 ιδρύθηκε στη πόλη Μπουρζ, κεντρικά της Γαλλίας, το κίνημα της «Ειρήνης του Θεού» με στόχο τη προστασία των κληρικών, των χωρικών και των εμπόρων, την προστασία των σπιτιών κ.ά. Παράλληλα με αυτό το κίνημα αναπτύχθηκε και ένα άλλο, της «Εκεχειρίας του Θεού» το οποίο απαγόρευε τους πολέμους σε καθορισμένες ημερολογιακές περιόδους. Αυτές οι κινήσεις άρχισαν να αυξάνουν το γόητρο της εκκλησίας και τη συμπάθεια των πιστών. Η άνοδος δυναμικών και μορφωμένων παπών κατά τον 11ο αιώνα, μαζί με το θρησκευτικό τάγμα του αβαείου του Κλυνύ στη Βουργουνδία (δεύτερο μεγαλύτερο εκκλησιαστικό κέντρο, μετά τον Άγιο Πέτρο στη Ρώμη), συνέβαλε αποφασιστικά στη πνευματική αναγέννηση του κλήρου και στην ανεξαρτητοποίηση του από τη κοσμική εξουσία. Η ανώτατη εκκλησιαστική διοίκηση στη Ρώμη ίδρυσε το ανώτατο δικαστικό και διοικητικό όργανο, τη Κουρία, στο οποίο κυριαρχούσαν οι καρδινάλιοι. Τον 12ο αιώνα με την τελειοποίηση του Κανονικού Δικαίου από νομομαθείς πάπες, συγκροτήθηκαν τα εκκλησιαστικά δικαστήρια.
Οι σχέσεις παπικής και κοσμικής εξουσίας επαναπροσδιορίστηκαν. Η εκλογή του ποντίφικα από τους ευγενείς της Ρώμης έπαυσε, και ο πάπας πλέον εκλεγόταν από το κολλέγιο των καρδιναλίων της Ρώμης. Ακόμη, απαγορεύτηκε η χειροτονία των επισκόπων από κοσμικούς, ενώ η εκκλησία προχώρησε σε παραδειγματικές τιμωρίες αρχιερέων διεφθαρμένων και χαλαρών ηθών. Η ακτινοβολία του παπισμού έλαμψε όταν ο πάπας Γρηγόριος Ζ΄ διακήρυξε τα πρωτεία της Ρώμης έναντι όλων, ακόμη και έναντι του αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Αυτή η παπική πολιτική δημιούργησε μια μακρά περίοδο αντιπαράθεσης και αναμέτρησης της εκκλησίας, κυρίως με την Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία έως τον 13ο αιώνα, με επικράτηση του παπισμού.
Ένα μεγάλο πρόβλημα που είχε να αντιμετωπίσει η Ρωμαιοκαθολική εκκλησία κατά τον 11ο και 12ο αιώνα ήταν οι αιρέσεις. Η Ρώμη αντέδρασε με καταστολές των αιρετικών κινημάτων. Για να αντιμετωπίσει η εκκλησία την αίρεση των «Καθαρών» η οποία, πρέσβευε την πενία και δεν αναγνώριζε την αυθεντία του πάπα, προώθησε η ίδια τα ιδανικά της πενίας και της επαιτείας, ιδρύοντας τα επαιτικά τάγματα των Φραγκισκανών και Δομινικανών μοναχών. Τα τάγματα αυτά προχώρησαν στην ίδρυση 200 περίπου μονών και ιδρυμάτων καθώς και στη στελέχωση πανεπιστημίων, με σκοπό των έλεγχο των ηθών και το προσηλυτισμό, ώστε να αυξηθεί η επιρροή της παπικής εκκλησίας στην Ευρώπη.
Ωστόσο οι σταυροφορίες ήταν αυτές που οδήγησαν στην ακτινοβολία του παπισμού και απογείωσαν το γόητρό του. Οι ιεροί αυτοί πόλεμοι που καθοδηγήθηκαν και ευλογήθηκαν από τη Ρωμαιοκαθολική εκκλησία, ανέδειξαν την επεκτατική πολιτική της μεσαιωνικής Ευρώπης και τον πάπα σε προστάτη της δυτικής χριστιανοσύνης.
Δραστηριότητα 3 – Κεφάλαιο 4